ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2017

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ: ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΦΥΛΑΧΘΕΙΤΕ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ''ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ''



Σήμερα, ἀγαπητοί μου, εἶνε Κυριακή τῶν Ἀ­πόκρεων. 

Σέ ὅλους τούς ναούς τῆς Ὀρθο­δοξίας διαβάζεται 

ἡ περικοπή τῆς μελλούσης Κρίσεως. 

Τό σημερινό εὐαγγέλιο εἶνε τρομερό. 

Ποιός ἁμαρτωλός δέν τρομάζει; 

Ὅσο κι ἂν προσπαθῇ κανείς νά διώξῃ τήν ἰδέα τοῦ θανά­του καί τῆς κρίσεως, 

ἡ ἡμέρα ἐκείνη ἔρχεται, εἶνε βέβαιο. 

Θά ἔρθῃ ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου νά κρίνῃ «τήν οἰκουμένην ἐν δικαιοσύνῃ» (Ψαλμ. 9,9). 

Θά κρίνῃ εἰ­δωλολάτρες, Ἰουδαίους, Χριστιανούς. 

Τούς εἰδωλολάτρες μέ τή φωνή τῆς συνειδή­σεως, τούς Ἰουδαίους μέ τό Δεκάλογο. 

Ἡ δική μας ὅμως θέσι, τῶν Χριστι­ανῶν, 

τῶν βα­πτισμένων, 

πού κοινωνοῦμε τά ἄχραντα μυστήρια καί «μπροστά στά μάτια μας 

ζωγραφίστηκε ὁ Χριστός ἐσταυρω­μένος» (Γαλ. γ´ 1), θά εἶνε τραγική. 

Γιατί θά κριθοῦμε καί μέ τή φωνή τῆς συνειδήσεως, 

καί μέ τό Δεκάλογο, 

ἀλλά πρό παντός μέ τό Εὐαγγέλιο, 

πού εἶνε ζυγαριά ἀ­κριβείας· 

θά ζυγιστῇ καί τό τελευταῖο δράμι ἀρετῆς καί τό τελευταῖο δράμι κακίας. 

Δέν τρέμετε, δέ φοβᾶστε; 




γὼ εἶμαι ἁμαρτωλὸς καὶ τρέμω τὴν ἡμέρα ἐκείνη, ποὺ θὰ στηθῇ τὸ δικαστήριο, θ᾽ ἀνοιχθοῦν βιβλία, καὶ ἄγγελοι θὰ τρέχουν γιὰ νὰ συλλέξουν «τοὺς ποιοῦντας τὴν ἀνομίαν καὶ τὰ σκάνδαλα» (Ματθ. ιγ´ 41). Ναὶ «τὰ σκάνδαλα»! Καὶ γιὰ σκάνδαλα λέει σήμερα καὶ ὅλο τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα. Ἀκοῦμε «σκάνδαλο». Τί εἶνε τὸ σκάνδαλο; Στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα, ἀγαπητοί μου, σκάνδα­λο στὴν κυριολεξία εἶνε μία πέτρα ποὺ ῥίχνει κάποιος στὸ δημόσιο δρόμο, καὶ καθὼς περνάει ὁ ἀνύποπτος διαβάτης σκοντάφτει πάνω της, πέφτει καὶ τσακίζεται. Σκάνδαλο λοιπὸν εἶνε τὸ πρόσκομμα στὸ δημόσιο δρόμο. 


λλ᾽ ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς δρόμους αὐτοὺς ὑ­πάρ­χει καὶ μία ἄλλη ὁδός, πνευματική, ἡ ὁδὸς πρὸς τὸν οὐρανό. Ἀρχίζει ἀπὸ τὴ γῆ καὶ φθάνει ἐκεῖ! Εἶνε ὡραία ὁδός, ἀλλὰ ὁ δι­άβολος προσπαθεῖ νὰ τὴν κάνῃ ἀδιάβατη. Ὁ Κύριος μᾶς λέει ὅτι δὲν εἶνε ἀδιάβατη, εἶνε ἁ­πλῶς «στενὴ καὶ τεθλιμμέ­νη» (Ματθ. ζ´14). Ἡ ὁδὸς αὐ­τὴ ἦταν κλεισμένη· ἕνα τεράστιο ὁδόφραγμα ἀπέκλειε τὴν ὁδὸ πρὸς τοὺς οὐρανούς· ἦταν τὸ ἁμάρτημα τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὔας, τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα. Κλειστὸς λοιπὸν ὁ δρόμος. Δὲ μπόρεσαν νὰ τὸν ἀ­νοίξουν οὔτε προφῆτες, οὔτε πατριάρχες, οὔ­τε ἄγγελοι. 


Τὸν ἄνοιξε – ποιός; τὸ αἷμα τοῦ Ἰ­ησοῦ Χριστοῦ, ἡ θυσία τοῦ Ἐσταυρωμένου (πρβλ. Ἑβρ. ι´ 20)· ἀπὸ τότε πλέον ὁ δρόμος αὐτὸς εἶνε βατός (πρβλ. «τρίβον βατὴν Πόλου τίθησιν ἡμῖν» εἱρμ. – καταβ. ἰαμβ. καν. Χριστουγ. α´ ᾠδ.), καὶ τὸν βάδισαν καὶ τὸν βαδίζουν ἀμέτρητοι ἅγιοι. Ἀλλ᾽ ὅπως στὸ δημόσιο δρόμο κακοποιοὶ ρί­χνουν πέτρες ἢ βάζουν νάρκες, ἔτσι καὶ στὸ δρόμο πρὸς τὸν οὐρανό, ἔρχεται ὁ σατανᾶς καὶ τὰ ὄργανά του καὶ παρεμβάλλουν σκάνδαλα. Τί σκάνδαλα; Τὰ σκάνδαλα ἐδῶ εἶνε τὰ λόγια καὶ τὰ ἔργα ἐκεῖνα, ποὺ σπρώχνουν ἰδίως τοὺς πιὸ ἀδύναμους στὸ βάραθρο τῆς ἀπωλείας. 


Σκάνδαλο γιὰ τὸ παιδὶ γίνονται οἱ κακοὶ γονεῖς, ὅταν δὲν προσέχουν καὶ μπροστὰ στὸ ἀ­θῷο ἐκεῖνο ἀγγελούδι αἰσχρολογοῦν, βωμολοχοῦν, ὅταν τὸ ἀντρόγυνο μαλώνῃ διαρκῶς. Σκάνδαλο γιὰ τὸ μαθητὴ εἶνε ὁ δάσκαλος, ὅ­ταν στὸ σχολεῖο εἰρωνεύεται ἱεροὺς θεσμούς, ἐμπαίζῃ τὰ θεῖα, διδάσκῃ ἀθεΐα. Ἀκόμη χειρό­τερο σκάνδαλο γίνεται ὁ κληρικός, ὅταν ὡς ἱ­ερεὺς δὲν ἐκτελῇ τὰ καθήκον­τά του, ὅταν ὡς ἀρχιερεὺς καταλαμβάνῃ θρόνο ὄχι γιὰ νὰ διδά­ξῃ καὶ φωτίσῃ ἀλλὰ μᾶλλον γιὰ νὰ θησαυρίσῃ. Σκάνδαλο γίνεται ὁ ἄρχοντας, ποὺ κατέχει ἀ­ξίωμα, ἀλλὰ δὲν δείχνει ἐνδιαφέρον γιὰ τὰ κοινά. Σκάνδαλο γίνεται γενικὰ ὁ καθένας γιὰ τὸν πλησίον του, ὅταν δὲν προσέχῃ τὴ ζωή του. 


Γεμᾶτος ὁ κόσμος ἀπὸ σκάνδαλα. Δὲν ὑ­πάρ­χει κάποιο μέρος, κάποιο λιμάνι ἤρεμο ἀπὸ σκάνδαλα; Ἂς πᾶμε λοιπὸν στὴν Ἐκκλησία! Ἀλλὰ δυστυχῶς ἡ ἐκκλησία μας δὲν βρίσκεται σήμερα στὸ ὕψος τῆς ἀποστολῆς της. Κι ὅταν λέω ἐκκλησία δὲν ἐννοῶ τὸ θεῖο καθίδρυμα, ἐννοῶ τὴν ἀνθρώπινη πλευ­ρά του μὲ τὶς ἀτέλειες ποὺ παρουσιάζει. Μπαίνει κανεὶς στὸ ναὸ νὰ ἐκκλησιαστῇ, καὶ ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος τὸ παγκάρι καὶ οἱ ἐπίτροποι, ἀπὸ τὸ ἄλλο οἱ ψαλτάδες μὲ τὶς φωνασκί­ες καὶ τὴν εὐρωπαϊκὴ μουσικὴ ποὺ μετέτρεψε τὴν ἐκκλησία σὲ θέατρο, ἀπὸ τὸ ἄλλο οἱ ἱερεῖς μὲ τὴν ἀνευλάβεια καὶ τὴ φιλοχρηματία τους, ὅλα αὐτὰ διώχνουν τοὺς Χριστιανοὺς ἀ­πὸ τὴν Ἐκκλησία, καὶ πηγαίνουν ἄλλοι στοὺς φράγκους, ἄλ­λοι στοὺς προτεστάντες, ἄλλοι στοὺς ἰεχωβῖτες· ἔτσι ἡ Ἐκκλησία συνεχῶς ἀραιώνει. 


Τὸ σκάνδαλο, εἴτε τὸ κάνει παπᾶς ἢ τὸ κάνει ἐπίσκοπος ἢ τὸ κάνει ἡ μάνα ἢ τὸ κάνει ὁ πατέρας ἢ τὸ κάνει ἀξιωματικὸς ἢ τὸ κάνει ὑ­πουργὸς ἢ τὸ κάνει ὁποιοσδήποτε ἄλλος, εἶ­νε ἁμαρτία μεγάλη. Καὶ εἶνε τόσο μεγαλύτερη ὅ­σο ὑψηλότερη εἶνε ἡ θέσις ποὺ κατέχει ὁ σκανδα­λοποιός. Δὲ μᾶς ἔφερε ὁ Θεὸς σ᾽ αὐ­τὸ τὸν κό­σμο γιὰ νὰ γκρεμίζουμε καὶ νὰ κατα­στρέφουμε· δὲ μᾶς ἔφερε γιὰ νὰ βαπτίζουμε «εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁ­γίου Πνεύματος» καὶ μετὰ νὰ τοὺς «ξεβαφτίζουμε» μὲ τὰ σκάνδαλά μας. Δὲ μᾶς ἔ­φερε γιὰ νὰ εἴμαστε σκότος, ἀλλὰ γιὰ νὰ εἴ­μαστε φῶς· ὁ κάθε Χριστια­νὸς πρέπει νὰ εἶνε «φῶς» καὶ «ἅλας» μέσα στὴν κοινωνία (βλ. Ματθ. ε´ 13-14), νὰ προσπαθῇ μὲ τὴ ζωή του νὰ φέρῃ καὶ ἄλ­λους στὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ. 


Νά ποιό εἶνε τὸ μεγαλύτερο ἐμπόδιο στὴν ἐξάπλωσι τοῦ Χριστιανισμοῦ, τὰ σκάνδαλα τῶν «χριστιανῶν». Πῆγαν ἱεραπόστολοι στὴν Ἀφρικὴ νὰ διδάξουν τὸν Χριστιανισμό. Καὶ θὰ ἦταν σήμερα Χριστιανοὶ ὄχι μόνο ἡ Ἀφρικὴ ἀλλὰ καὶ ὅ­λος ὁ κόσμος. Βλέπουν ὅμως τὴν ἀσυνέπεια, τὰ σκάνδαλα τῶν λεγομένων «χριστιανῶν», καὶ λένε· Καλὸ τὸ Εὐαγγέλιο, θαυμάσιος ὁ Χριστός, ἀλλὰ φυλαχτῆτε ἀπὸ τοὺς «χριστιανούς»!… Συνεπῶς τὸ μεγαλύτερο ἐμπόδιο στὴν ἱεραποστολὴ εἶ­νε ἡ δική μας ὑποκριτικὴ ζωή. Καὶ ἐδῶ στὴν πατρίδα μας, ἐὰν ἐμεῖς οἱ κληρικοὶ ποὺ φοροῦμε τὸ ῥάσο ἀλλὰ καὶ κάθε ὀρ­θόδοξος ἤμασταν ὑπόδειγμα βίου, ἡ Ἑλ­λὰς θὰ ἦταν παράδεισος, οὐράνιο βασίλειο. Μὲ τὰ σκάνδαλα ὁ λαός μας σπρώχνεται στὴν ἀ­θεΐα, στὴν ἀπιστία, στὴν ἄβυσσο. Γι᾽ αὐτὸ ὁ Χριστὸς τονίζει τὴν εὐθύνη τῶν σκανδαλοποιῶν. 


Δὲ θέλω ν᾽ ἀκούσετε ἐμένα, ἀκοῦστε τί λέει ὁ Χριστός. Σὲ λίγες περιπτώσεις ὁ Κύριος ἤλεγξε τόσο αὐστηρὰ ὅσο στὴν περίπτωσι τῶν σκανδαλοποι­ῶν. Γιὰ τὸν Ἰούδα, ποὺ ἔγινε σκάνδαλο στὸν κύκλο τῶν μαθη­τῶν, ὁ Χριστὸς εἶπε, ὅτι ὁ ἄν­θρωπος αὐτὸς προτιμότερο νὰ μὴ ἐγεννᾶτο (βλ. Ματθ. κϛ´ 24). Καὶ ἄλ­λοτε εἶπε· «Οὐαὶ τῷ κόσμῳ ἀπὸ τῶν σκανδάλων»· ὅποιος μὲ λόγια καὶ ἔργα σκανδαλίζει κάποιον, καὶ τὸν πιὸ ἀσήμαντο, εἶνε προτιμότερο νὰ κρεμάσῃ στὸ λαιμό του μυλόπετρα καὶ νὰ καταποντιστῇ στὴ θάλασσα. «Ὃς δ᾽ ἂν σκαν­δαλίσῃ ἕνα τῶν μικρῶν τούτων τῶν πιστευόν­των εἰς ἐμέ, συμφέρει αὐτῷ ἵνα κρεμασθῇ μύ­λος ὀνικὸς εἰς τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ καταποντισθῇ ἐν τῷ πελάγει τῆς θαλάσσης» (Ματθ. ιη´ 6-7). Τί θέλει ὁ Χριστὸς νὰ πῇ μ᾽ αὐτά; Συνιστᾷ, ὅπως λένε μερικοί, τὴν αὐτοκτονία; 


παγε τῆς βλασφημίας! Δὲ λέει τέτοιο πρᾶγμα, ὄχι. Ἐννοεῖ τοῦτο· ἂν κάποιος ἔχῃ γίνει δημόσιο σκάνδαλο καὶ ἔχῃ ταραχθῆ μιὰ ὁλόκληρη κοινωνία, αὐτὸς ν᾽ ἀποσυρθῇ στὴν ἀφάνεια, νὰ φύ­γῃ, νὰ κλειστῇ σ᾽ ἕνα μοναστήρι ἢ νὰ πάῃ μακριὰ στὸ ἐξωτερικό, ὅπως γινόταν παλαιότερα, νὰ μὴν ἀκούγεται τὸ ὄνομά του καὶ σκανδα­λίζῃ. Τώρα ἀντιθέτως σκανδαλοποιοὶ μεγάλοι ἔχουν τὴν ἀξίωσι νὰ βρίσκωνται στοὺς θρόνους καὶ τὶς θέσεις τους καὶ νὰ κυβερνοῦν. Ἀλλὰ πέστε μου, ἀγαπητοί μου, ὑπάρχει καν­εὶς ποὺ δὲν σκανδάλισε ποτέ κανένα, οὔτε ἕ­να μικρὸ παιδί, οὔτε μιὰ γυναῖκα; Ἀμφιβάλλω. Ὅλοι μας κατὰ κάποιο τρόπο σκανδαλίσαμε τὸν πλησί­ον, εἴτε μὲ λόγια εἴτε μὲ ἔργα εἴτε μὲ τὴν ἐν γένει συμπεριφορά μας. 


λοι εἴμαστε σκανδαλοποιοί, στὸ βαθμὸ μόνο διαφέρουμε. Πῶς μπορεῖ ν᾽ ἀποφευχθῇ ἢ νὰ θεραπευθῇ ὁ σκανδαλισμός; Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ποὺ ἔφτασε σὲ μεγάλο ὕψος ἀρετῆς, στὴ σημερι­νὴ ἀποστολικὴ περικοπὴ λέει, ὅτι ὁ ἴδιος ἔκανε γι᾽ αὐτὸ μεγάλες θυσίες· καὶ δικαιώματα καὶ ἐξυπηρετήσεις καὶ ἀνέσεις, ὅλα τὰ θυσί­ασε. «Οὐ μὴ φάγω κρέα εἰς τὸν αἰῶνα», λέει, εἶ­μαι διατεθειμένος νὰ μὴ φάω ποτέ κρέας, «ἵνα μὴ τὸν ἀδελφόν μου σκανδαλίσω» (Α΄ Κορ. 8,13).



Ἔχοντας ὑπ᾽ ὄψιν αὐτά 

ἂς προσπαθήσουμε νά ῥυθμίσουμε τή ζωή μας. 

Γονεῖς, ἐκπαιδευτικοί, κληρικοί, ἄρχοντες, μή γινώμαστε σκάνδαλο. 

Νά ζοῦμε μέ πίστι καί ἀρετή, 

μέ ἁ­γνότητα, μέ ἐγκράτεια, μέ σωφροσύνη, 

μέ δικαιοσύνη, πρό παντός μέ ἀγάπη. 

Νά ζοῦμε ἐ­δῶ σάν φωτεινά ἀστέρια, 

κι ὅταν ἔρθῃ ἡ ὥ­ρα νά φύγουμε ἀπ᾽ τή ζωή αὐτή 

καί νά φτάσουμε στούς οὐρανούς, 

νά μᾶς ἀξιώσῃ ὅλους ὁ Θεός ν᾽ ἀκούσουμε ἐκεῖ τή φωνή τοῦ Κυρίου· 

«Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, 

κληρονομήσατε τήν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν 

ἀπό καταβολῆς κόσμου» (Ματθ. κε´34)· ἀμήν.



Εκ του Ιστολογίου ''Ορθόδοξος Έλληνας Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης''. 
Πρωτότυπος τίτλος: ''Η Ευθύνη του Σκανδάλου''
Τίτλος, επιμέλεια, παρουσίαση κειμένου
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ



Μακαριστός Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF