ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Πέμπτη 19 Μαΐου 2016

Η ΧΛΕΥΗ Η ΑΠΑΞΙΩΣΗ ΚΑΙ Ο ΤΡΥΓΜΟΣ ΤΩΝ ΟΔΟΝΤΩΝ




Το ημερολόγιον διά την Εκκλησίαν δεν σκοπεί να καθορίσει την ακριβή διαίρεσιν του χρόνου, 

αλλά να εξασφαλίσει την ενότητα όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών εις τον εορτασμόν των εορτών 

και την ταυτόχρονον τήρησιν των νηστειών και των μυστηριακών και λοιπών θρησκευτικών τελετών. 

Προς τον σκοπόν τούτον καθωρίσθη επί τη βάσει της εαρινής ισημερίας του Ιουλιανού ημερολογίου, 

και εθεσπίσθη ο Πασχάλιος Κανών, 

ο ενιαύσιος κύκλος των εορτών, ήτοι το Κυριακοδρόμιον, 

ούτως ώστε να εορτάζηται το Πάσχα ταυτοχρόνως υφ' όλων των Ορθοδόξων Χριστιανών πάντοτε 

κατόπιν του Νομικού Πάσχα των Ιουδαίων κατά τον 7ον Αποστολικόν Κανόνα, 

αι δε λοιπαί εορταί κινηταί τε και ακίνητοι να εορτάζωνται συγχρόνως

 υπό των χριστιανών και να τελώσι τα της λατρείας αυτών

 και να νηστεύωσι και να ευφραίνωνται ταυτοχρόνως όλοι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, 

ως τέκνα πνευματικά μίας και της αυτής Ορθοδόξου Εκκλησίας,

 ης δομήτωρ και αρχηγός είναι εις και ο αυτός, 

ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός.


 

Και επειδή κατά τους πρώτους αιώνας του Χριστιανισμού 

αι κατά τόπους Εκκλησίαι και οι Χριστιανοί εώρταζον τας εορτάς

 και ετέλουν τας νηστείας και τας θρησκευτικάς αγνείας ουχί ταυτοχρόνως,

 εδέησεν όπως οι Άγιοι και Θεοφόροι Πατέες εν Οικουμενικαίς Συνόδοις, 

προς τω καθορισμώ των δογμάτων καθορίσωσι διά του Πασχαλίου Κανόνος και του εορτολογίου

 και τον ταυτόχρονον εορτασμόν των εορτών και την σύγχρονον τήρησιν των νηστειών 

ανυψώσαντες εις περιωπήν δόγματος την ενότητα της Εκκλησίας, 

ήτις περιλαμβάνεται εις το 9ον άρθρον του Συμβόλου της Πίστεως, 

το ''Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν''.


Τούτου ένεκα όταν ο Πάπας Γρηγόριος ΙΓ' τω 1583 καθιέρωσεν εις την Λατινικήν Εκκλησίαν το Γρηγοριανόν ημερολόγιον και επειράθη να επιβάλλει τούτο και εις την Ορθόδοξον Ανατολικήν Εκκλησίαν, οι Πατριάρχαι της Ανατολής, Σύνοδον Πανορθόδοξον συγκροτήσαντες εν Κωνσταντινουπόλει το 1593 υπό την προεδρίαν του τότε Οικουμενικού Πατριάρχου Ιερεμίου του Β', απεκήρυξεν τούτο, χαρακτηρίσαντες ''ως παγκόσμιον σκάνδαλον, ως καινοτομίαν της πρεσβυτέρας Ρώμης και ως αυθαίρετον καταπάτησιν των θείων και ιερών Κανόνων''. 


Αλλά και εις τους μετέπειτα χρόνους και δη της δουλείας, οσάκις η Δύσις επεχείρει να επιβάλει το νέον ημερολόγιον, οι Πατέρες της Ορθοδόξου Εκκλησίας απέκρουσαν τούτο, όχι δια λόγους αστρονομικούς και επιστημονικούς, αλλά διότι τούτο προσκρούον προς το υπό της Α' Οικουμενικής Συνόδου Πασχάλιον, εορτολόγιον, Κυριακοδρόμιον και λοιπήν ευρυθμίαν και ευταξίαν της θείας λατρίας, θα εσκανδάλιζε τους Χριστιανούς και θα κατήργει ορισμένους Αποστολικούς και Συνοδικούς Κανόνας, τουθ' όπερ πάντως θα προεκάλει και την διάσπασιν της ενότητας της Εκκλησίας εις τον εορτασμόν των εορτών. Εκ τούτων κατάδηλον γίνεται, ότι η διαφορά των δύο ημερολογίων δια την Εκκλησίαν, δεν είναι μόνον διαφορά 13 ημερών, ως ενησμενίσθησαν παίζοντες εν ου παικτοίς να διακηρύξουν urbi et orbi ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και οι ομόφρονες αυτώ, αλλά τροποποίησις ενός Εκκλησιαστικού Θεσμού της Α' Οικουμενικής Συνόδου, ως είναι ο θεσμός του εορτολογίου, ον μόνον μία Πανορθόδοξος Σύνοδος ηδύνατο ομοφώνως να διαρρυθμίσει προς αποφυγήν της διασπάσεως της ενότητας των Εκκλησιών εν τω εορτασμώ των εορτών. 


Την τοιαύτην σημασίαν του εορτολογίου κατανοούσα τόσο η Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, όσο και η Σύνοδος της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος, όταν απεφάσιζον την διαρρύθμισην του ημερολογίου διά ταςακινήτους εορτάς, είχον υπ' όψιν τους την παραδοχήν της διαρρυθμίσεως ταύτης υφ' όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Διό και η σχετική απόφασις της Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου έλεγεν... ''Ορίζομεν κοινή δι' όλας τας Ορθοδόξους Εκκλησίας να λογισθεί η 12η Μαρτίου ως 25η του ημετέρου εορτολογίου'', η δε ιστορική Συνεδρία της ιεραρχίας 19 Μαίου 1923 καθ' ην ενεκρίθη κατ' αρχήν η συμμόρφωσις του Εκκλησιαστικού ημερολογίου προς το πολιτικόν έλεγε: ''...ανατίθησι τω Μακαριωτάτω Προέδρω, όπως προς τούτο συνεννοηθεί μεθ' όλων των Εκκλησιών''. 


Ότι δε το Οικουμενικόν Πατριαρχείον δεν ηνόει να εμμένει εις ταύτην, αν και αι λοιπαί Εκκλησίαι δεν συνεμμορφούντο προς αυτήν, απόδειξις τούτο είναι η Πατριαρχική Εγκύκλιος του 1931, του αειμνήστου Πατριάρχου Φωτίου του Β' προς απάσας τας Αυτοκεφάλους Ορθοδόξους Εκκλησίας, εν η το ζήτημα του ημερολογίου θεωρεί, ουχί ως οριστικώς και εγκύρως λελυμένον, αλλ' ως επίδικον και συζητήσιμον εις την μέλλουσαν να συνέλθει Πανορθόδοξον Σύνοδον εν Αγίω Όρει. Εφ' ω και ανεγράφη εις την ημηρεσίαν διάταξιν των υπό της Συνόδου ταύτης συζητηθησομένων θεμάτων και μάλιστα η εγκύκλιος αύτη, η Πατριαρχική ορίζει ότι: ''τότε μόνον δύναται το νέον ημερολόγιον να τεθεί εις εφαρμογήν και προ της κυρώσεως τούτου υπό μελλούσης Οικουμενικής Συνόδου, όταν προς τούτο συμφωνήσουν όλαι οι Εκκλησίαι, τουθ' όπερ θεωρεί απαραίτητον όρον διά την εφαρμογήν, άνευ του οποίου ουδεμία Εκκλησία δικαιούται, ως λέγει η Πατριαρχική Εγκύκλιος να θέσει τούτο μονομερώς εις εφαρμογήν. 


Εκ τούτων εριδήλως καταφαίνεται ότι το Οικουμενικόν Πατριαρχείον καταδικάζει εκ των προτέρων την μονομερή εφαρμογήν του νέου ημερολογίου δια τας συνεπείας, ας δημιουργεί αύτη, διασπώσα την ενότητα των Εκκλησιών εν τω εορτασμώ των εορτών και προκαλούσα μίαν σύγχησιν και αταξίαν εις την τέως Κανονικήν και εύρυθμον Ορθόδοξον θείαν λατρείαν, δι' ην ως πυξίς χρησιμεύει ο Πασχάλιος Κανών και το εορτολόγιον. Υπό τας συνθήκας ταύτας, τας αντιστρατευομένας προς το πνεύμα και αυτών των σχετικών αποφάσεων του Οικουμενικού Πατριαρχείου κατ' αρχήν εις χρήσιν το νέον ημερολόγιον διά τας ακινήτους εορτάς και είτα υπό της Εκκλησίας της Κύπρου, της Εκκλησίας της Ρουμανίας και εσχάτως υπό της Εκκλησίας της Αλεξανδρείας, επί Μελετίου, των λοιπών Ορθοδόξων Εκκλησιών και δη των παλαιφάτων Πατριαρχείων Ιεροσολύμων και Αντιοχείας μετά των Πατριαρχείων της Ρωσίας και της Σερβίας και των Εκκλησιών του Αγίου Όρους και Θεοβαδίστου Όρους Σινά εμμενουσών εις το πάτριον και εκ παραδόσεως επί είκοσι αιώνας διατηρηθέν Ιουλιανόν ημερολόγιον. 


Και είναι μεν αληθές, ότι την εφαρμογήν του νέου ημερολογίου εισήγαγον εις τας επαρχίας των και οι Αρχιερείς της Ελλάδος και αυτοί ακόμα οι κατ' αρχήν μειοψηφίσαντες, μη επιθυμούντες να δημιουργήσουν σχίσμα εις τους κόλπους της Εκκλησίας και ελπίζοντες συν τω χρόνω δυοίν θάττερον ή δηλονότι την συμμόρφωσιν προς τούτο απασών των Ορθοδόξων Εκκλησιών και Χριστιανών ή εν εναντία περιπτώσει την επαναφοράν του παλαιού ημερολογίου προς αποφυγήν της διασπάσεως της ενότητος όλων των Εκκλησιών εν τω εορτασμώ των εορτών. Μετά πάροδον, όμως δεκαπενταετίας από της ημερολογιακής καινοτομίας, ου μόνον δεν συνεμορφώθησαν προς αυτήν αι λοιπαί Ορθόδοξοι Εκκλησίαι, και δη τα Πατριαρχεία των Ιεροσολύμων, της Αντιοχείας και της Σερβίας, αλλά και επέστρεψάν τινες των νεοημερολογητικών Εκκλησιών, ως η της Πολωνίας και της Εσθονίας εις το πάτριον Εκκλησιαστικόν ημερολόγιον αντιληφθείσαι την αντικανότητα του νέου. 


Εν τούτω τω μεταξύ, η αποσπαθείσα μερίς εκ της Αυτοκεφάλου Ελληνικής Εκκλησίας εξ αιτίας της εορτολογικής καινοτομίας μετά των ιερέων της επετέλεσεν ανεξάρτητον θρησκευτικήν Κοινότητα αναγνωρισθείσαν ως ταύτην συνωδά τω Συντάγματι και υπό της Κυβερνήσεως. Τους ιερείς της Κοινότητος αυτής η Εκκλησία κατεδίκασεν εις καθαίρεσιν παρά τους θείους και ιερούς Κανόνας, ενώ δεν είχεν ουδεμίαν πλέον Εκκλησιαστικήν δικαιοδοσίαν επ' αυτών, καθ' όσον ούτοι διέκοψαν προηγουμένως πάσαν εκκλησιαστικήν επικοινωνίαν μετά της Διοικούσης Εκκλησίας, λόγω της εορτολογικής καινοτομίας. 


Λέγομεν δε παρά τους θείους και ιερούς Κανόνας, διότι η καθαίρεσις, η εσχάτη αύτη των Εκκλησιαστικών ποινών επιβάλλεται μόνον εις τρεις περιπτώσεις, τας εξής: Α) Όταν ο Κληρικός σφάλει περί την ορθήν πίστιν, Β) όταν ούτος περιπέσει εις έγκλημα προσωπικόν ή ηθικόν και Γ) όταν μη υπάρχοντος Εκκλησιαστικού τινός λόγου, ούτος αποκηρύξει την Κανονικήν προισταμένην Εκκλησιαστικήν Αρχήν και πήξει ίδιον θυσιαστήριον διά λόγους φιλαρχίας και κενοδοξίας. Εν τη προκειμένη περιπτώσει ουδείς εκ των λόγων τούτων, δι' ους επιβάλλεται κανονικώς η καθαίρεσις συνέτρεχεν και όμως η Εκκλησία κατεδίκαζεν αυτούς εις καθαίρεσιν υπό το πρόσχημα μεν της ανταρσίας και της απειθείας εις την προισταμένην Αρχήν, αλλά κυρίως διότι ηρνούντο ούτοι διά λόγους Εκκλησιαστικούς θίγοντας την συνείδησιν αυτών, να συμμορφωθούν προς την ημερολογιακήν καινοτομίαν. Και τούτο έπραττεν από σκοπού η Ιεραρχία, ίνα στερήσει τους ακολουθούντες το πάτριον εορτολόγιον, των λειτουργών του Θεού του Υψίστου διά την εκτέλεσιν των της λατρείας αυτών κατά το παλαιόν εορτολόγιον. 


Και δεν περιορίσθη μόνον εις την ποινήν της καθαιρέσεως την καθαρώς Εκκλησιαστικήν ταύτην ποινήν, αλλά και προέβη εις την δίωξιν τούτων ενώπιον των πολιτικών Δικαστηρίων καταγγέλουσα αυτούς, λειτουργούντας, μετά την καθαίρεσιν, εις τους Ναούς των Παλάιοεορτολογιτών επί αντιποιήσει δήθεν Αρχής και ιερατικού αξιώματος. Εντεύθεν άρχεται σειρά φυλακίσεων, εξοριών και βαρυτάτων προστίμων, εις α κατεδικάζοντο, οι λειτουργοί του Θεού του Υψίστου, διότι ηρνούντο ούτοι να συμμορφωθώσι προς την ημερολογιακήν καινοτομίαν ήτις αντεστρατεύετο προς την συνείδησιν και τον όρκον ον έδωκαν κατά την χειροτονίαν αυτών περί της αλωβήτου διαφυλάξεως της εμπιστευθείσης αυτοίς ιεράς παρακαταθήκης. 


Τινές μάλιστα των Αρχιερέων των άκρων καινοτόμων, οίοι ο Φθιώτιδος Αμβρόσιος και ο Βεροίας Πολύκαρπος, αφού καθήρουν τους τοιούτους ιερείς, παρέδιδον αυτούς εις τας χείρας των χωροφυλάκων με την διαταγήν να αποσχηματίσωσιν αυτούς διά της βίας και να καταστήσωσι τους ευλαβείς τούτους ιερείς αντικείμενον σκανδάλου μεν εις τους πιστούς, χλεύης δε και σαρκασμού εις τα όμματα των απίστων.



Τας τοιαύτας αδικίας και παρανομίας της Εκκλησίας 

βλέποντες ημείς και μη επιθυμούντες να έχομεν δι' αυτάς βεβαρυμένην την συνείδησιν ημών, 

αφού μάτην πολλάκις εις την Σύνοδον της Ιεραρχίας παρεκαλέσαμεν αυτήν, 

όπως επανέλθει το πάτριον εορτολόγιον και ενώσει τους Χριστιανούς διά της άρσεως του προξενηθέντος σκανδάλου, 

ήχθημεν μετά πολλής θλίψεως και συνοχής καρδίας εις την απόφασιν να κηρύξωμεν 

δι' εγγράφου ημάς αυτούς εν Εκκλησιαστική ακοινωνησία μετά της Διοικούσης Εκκλησίας 

και να δόσομεν μίαν ποιμαντορικήν προστασίαν προς την μερίδα των ακολουθούντων το πάτριον εορτολόγιον,

 όπερ εθέσπισεν η Α' Οικουμενική Σύνοδος. 

Ομολογητέον ότι ήχθημεν εις την απόφασιν ταύτην,

 ουχί διότι επεδιώκομεν προσωπικάς βλέψεις και φιλοδοξίας, 

ως διέδωσεν ευθύς εξ' αρχής ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, 

αλλά διότι ελπίζομεν να εκβιάσωμεν διά του τρόπου τούτου αυτόν να καλέσει την Ιεραρχίαν

 και να θέσει υπό την κρίσιν Αυτής το έγγραφον της Ακοινωνησίας ημών, 

ως και όλον εν γένει το ζήτημα το ημερολογιακόν. 

Δεν εφανταζόμεθα δε ποτέ, 

ότι η Διοικούσα Σύνοδος θα προέβαινεν εις την έκπτωσιν ημών εκ των θρόνων, 

άνευ διαδικασίας ημών κατά τους Κανόνας και το Καταστατικόν και την κήρυξιν

 ως τέως Μητροπολιτών και ως υποδίκων ενώπιον Συνοδικού Δικαστηρίου. 

Διότι δυοίν θάτερον ή ενέκρινεν η Διοικούσα Σύνοδος το αποκοινωνητικόν ημών έγγραφον,

 όπερ ην κατοχυρωμένον διά λόγων Εκκλησιαστικών και Κανονικών και επομένως

 δεν εδικαιούτο να δικάσει ημάς, 

ως μη υπαγομένους πλέον υπό την δικαιοδοσίαν και δοσιδοκίαν αυτής 

ή δεν ενέκρινεν τούτο, οπότε έδει 

να ακολουθήσει την Κανονικήν 

και την υπό της Εκκλησιαστικής Δικονομίας προβλεπομένην διαδικασίαν,

 ίνα επιβάλει ημίν την ποινήν της εκπτώσεως...




Εισαγωγή στο διαδίκτυο στο μονοτονικό σύστημα, τίτλος και επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Απόσπασμα άρθρου του Αγίου Χρυσοστόμου του Νέου Ομολογητή,
 όπως αυτό δημοσιεύεται στα 
''ΑΠΑΝΤΑ ΠΡΩΗΝ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ 1871 - 1955'',
τόμος 1ος, σελίδες 303 - 307,
έκδοση της Ιεράς Μονής Αγίου Νικοδήμου Ελληνικού Γορτυνίας, 1997. 




Άγιος Χρυσόστομος ο Νέος Ομολογητής


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF