ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Κυριακή 15 Μαΐου 2016

ΟΙ ΔΥΟ ΟΥΤΟΙ ΛΟΥΘΗΡΟΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ




Οἱ ᾿Εμπνευσταί καί Πρωτεργάται τῆς Καινοτομίας: 


«Οἱ δύο οὗτοι Λούθηροι τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας». 



Το ζήτημα τοῦ ᾿Εκκλησιαστικοῦ ῾Ημερολογίου ἔχει βαθύτερα τά αἴτια καί ἐλατήριά του. 

Οἱ ἐμπνευσταί καί πρωτεργάται τούτου, 

οἷοι ὁ Πατριάρχης ᾿Αλεξανδρείας Μελέτιος  καί ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος ᾿Αθηνῶν Χρυσόστομος, 

στερούμενοι δυστυχῶς βαθέως ᾿Ορθοδόξου πνεύματος, 

ἐγένοντο ἐν γνώσει ἤ ἀνεπιγνώστως ὄργανα ξένων ἐπιθυμιῶν καί σκοπῶν, 

δι᾿ ὧν ἐπιδιώκεται ἡ διάσπασις τῆς ἑνότητος τῶν ᾿Ορθοδόξων ᾿Εκκλησιῶν καί τῆς ῾Ελληνικῆς ἰδεολογίας ἀπό τῆς ᾿Ορθοδοξίας. 

Οἱ δύο οὗτοι Ταγοί τῶν ᾿Ορθοδόξων ᾿Εκκλησιῶν τοῦ Πατριαρχείου ᾿Αλεξανδρείας καί τῆς ῾Ελλάδος, 

ἁμιλλώμενοι εἰς δόξαν μεταρρυθμιστοῦ καί συγχρονισμένου Κληρικοῦ, 

ἀνεπέτασαν ἐλαφρᾷ τῇ συνειδήσει τήν σημαίαν τῶν ᾿Εκκλησιαστικῶν μεταρρυθμίσεων,

 ἀρχήν ποιησάμενοι ἀπό τῆς μεταβολῆς τοῦ ᾿Εκκλησιαστικοῦ ῾Ημερολογίου, 

ὅπερ ἀποτελεῖ ἕνα τῶν ἑνωτικῶν κρίκων τῶν ᾿Ορθοδόξων ᾿Εκκλησιῶν 

καί τήν πυξίδα τῆς Θείας λατρείας καί τῶν ἔργων τῆς 

Πατρώας Πίστεως καί εὐσεβείας. 



Η ιδέα τῆς εἰσαγωγῆς τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου καὶ ἐν τῇ ᾿Ορθοδόξῳ ᾿Εκκλησίᾳ, ὡς δῆθεν τελειοτέρου, συνεζητήθη πρό τινων ἐτῶν καὶ εἰς τὸ ᾿Εκκλησιαστικὸν Συνέδριον, ὅπερ συνεκάλεσεν ἐν Κωνσταντινουπόλει ὁ τότε Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Μελέτιος, καὶ ὅπερ κακῶς ἀπεκλήθη πανορθόδοξον, διότι δὲν ἀντεπροσωπεύθησαν ἐν αὐτῷ παρὰ μόνον τρεῖς αὐτοκέφαλοι ᾿Ορθόδοξοι ᾿Εκκλησίαι, ἤτοι ἡ τῆς ῾Ελλάδος, ἡ τῆς Σερβίας, καὶ ἡ τῆς Ρουμανίας, τῶν δύο τούτων τελευταίων μάλιστα ἀντιπροσωπευθεισῶν, οὐχὶ διὰ Κληρικῶν, ἀλλὰ διὰ λαϊκῶν ἀντιπροσώπων. ᾿Εν τῷ Συνεδρίῳ τούτῳ, ἐν ᾧ ἔλαμπον διὰ τῆς ἀπουσίας αὐτῶν αἱ ἄλλαι ᾿Ορθὀδοξοι ᾿Εκκλησίαι, καὶ δὴ τὰ τρία Πατριαρχεῖα τῆς ᾿Ανατολῆς, ἤτοι τῆς ᾿Αλεξανδρείας, τῆς ᾿Αντιοχείας καὶ τῶν ῾Ιεροσολύμων, ἐνεκρίθη κατ᾿ ἀρχὴν ὅλως ἀμελετήτως ἡ εἰσαγωγὴ τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου ἐν τῇ ᾿Ορθοδόξῳ θείᾳ λατρείᾳ. 


Λέγω δὲ ἀμελετήτως, διότι ἄν ἐμελέτων καλῶς τὸ ζήτημα θὰ ἔβλεπον, ὅτι τοῦτο κατεδικάσθη ὡς ἀντορθόδοξον ὑπὸ Πανορθοδόξων Συνόδων, συγκροτηθεισῶν ἐν Κωνσταντινουπόλει ἐν ἔτεσι 1583, 1587 καὶ 1593 9, ἐπὶ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ῾Ιερεμίου τοῦ Βʹ10, χαρακτηρίσαντος τοῦτο, ὡς καὶ ἐν τῷ προλόγῳ ἡμῶν εἴπομεν, ὡς μίαν καινοτομίαν τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης, ὡς παγκόσμιον σκάνδαλον, καὶ ὡς αὐθαίρετον καταπάτησιν τῶν θείων καὶ ῾Ιερῶν Κανόνων. ᾿Επίσης, ἄν ἐμελέτων καλῶς τὸ ἐκκλησιαστικὸν τοῦτο ζήτημα θὰ ἔβλεπον, ὅτι τὸ Γρηγοριανὸν ἡμερολόγιον κατεκρίθη καὶ ὑφ᾿ ὅλων τῶν Συνόδων τῶν ᾿Ορθοδόξων ᾿Εκκλησιῶν κατὰ τὴν ἀνακίνησιν τοῦ ζητήματος τούτου καὶ ὑπὸ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ᾿Ιωακεὶμ τοῦ Γʹ καὶ ὧν τὰς ἀπαντήσεις πρὸς τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον ἐξεθέσαμεν ἐν τῇ ἐντύπῳ «Διαμαρτυρίᾳ» ἡμῶν πρὸς τὰς ᾿Ορθοδόξους ᾿Εκκλησίας. ῎Αν, λέγομεν , οἱ ἀντιπρόσωποι τοῦ Συνεδρίου τούτου ἐμελέτων πάντα ταῦτα, δὲν θὰ ἐτόλμων μονομερῶς νὰ λάβωσιν ἀντίθετον ἀπόφασιν περὶ τοῦ ᾿Εκκλησιαστικοῦ ῾Ημερολογίου. 


Εκείνο, ὅπερ καθιστᾶ ὕποπτον τὴν σύγκλησιν τοῦ ᾿Εκκλησιαστικοῦ τούτου Συνεδρίου εἶναι, ὅτι παρεκάθησαν ἐν αὐτῷ καὶ δύο κληρικοὶ ἑτεροδόξου ἐκκλησίας, καθ᾿ ἅς ἔχομεν ἐξωδίκους πληροφορίας, ὡς καὶ ἡ ἀντορθόδοξος καὶ προτεσταντισμοῦ ὄζουσα ἀπόφασις αὐτοῦ, νὰ μὴ θεωρηθῇ ἡ ἀποδοχὴ τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου ὑπό τινων ᾿Εκκλησιῶν ὡς λόγος Σχίσματος ὑπὸ τῶν ἄλλων, τῶν ἐμμενουσῶν εἰς τὸ Πάτριον ᾿Ιουλιανὸν ῾Ημερολόγιον. Εἴπομεν δέ, ὅτι ἡ ἀρχὴ αὕτη εἶναι ἀντορθόδοξος καὶ προτεσταντική, διότι ἀφίνουσα ἐλευθερίαν εἰς τὰς ἐπὶ μέρους ᾿Ορθοδόξους ᾿Εκκλησίας νὰ κανονίζωσι ζητήματα γενικῆς ᾿Εκκλησιαστικῆς φύσεως καὶ σημασίας κατὰ τὸ δοκοῦν αὐταῖς, ὑποθάλπει τὴν διάσπασιν τῶν ᾿Ορθοδόξων ᾿Εκκλησιῶν καὶ τὴν διαίρεσιν τῶν Χριστιανῶν. Καθ᾿ ὅσον, πῶς [ἆρά γε] δύναται νὰ τηρηθῇ ἡ ἑνότης τῶν ᾿Ορθοδόξων ᾿Εκκλησιῶν ἐν τῇ προκειμένει περιπτώσει, ὅταν τινὲς ἐκ τούτων ἑορτάζωσι τὴν ἑορτὴν τῶν Χριστουγέννων καὶ τῶν Θεοφανίων, καθ᾿ ὅν χρόνον αἱ ἄλλαι διατρέχουσιν εἰσέτι τὸ στάδιον τῆς μετανοίας καὶ τῆς τεσσαρακοστῆς, δι᾿ ὧν προετοιμάζονται διὰ τὸν ἑορτασμὸν τῶν μεγάλων τούτων ἑορτῶν; 


῎Επειτα, πῶς δύναται ἡ ᾿Εκκλησιαστικὴ αὕτη καινοτομία νὰ μὴ ἀποτελῇ λόγον Σχίσματος, ἀφοῦ πραγματικῶς ἀποσχίζει τὰς καινοτομησάσας ᾿Εκκλησίας τῶν ἄλλων καὶ κάμει αὐτὰς νὰ ἑορτάζωσι καὶ νὰ νηστεύωσιν, οὐχὶ μετὰ τῶν ᾿Ορθοδόξων ᾿Εκκλησιῶν, ἀλλὰ μετὰ τῶν ἑτεροδόξων καὶ αἱρετικῶν Δυτικῶν ᾿Εκκλησιῶν; Πρὸς ἀποφυγὴν δ᾿ ἀκριβῶς τῆς διασπάσεως τῆς ἑνότητος τῶν ᾿Ορθοδόξων ᾿Εκκλησιῶν οἱ ῞Αγιοι καὶ Θεοφόροι Πατέρες, ὅπως ὥρισαν διὰ τῶν θείων καὶ ἱερῶν Κανόνων τὰς διατάξεις τῶν ἑορτῶν καὶ τῶν νηστειῶν σεβαστὰς δι᾿ ὅλας τὰς ᾿Εκκλησίας, οὕτω καθώρισαν διὰ Κανόνων ὅπως ἐπικρατῇ ἡ αὐτὴ τάξις ὡς πρὸς τὸν χρόνον τῶν ἑορτῶν καὶ τῶν νηστειῶν δι᾿ ὅλας τὰς ᾿Εκκλησίας, ἐπὶ ἀπειλῇ μάλιστα καθαιρέσεως τῶν Κληρικῶν καὶ ἀφορισμοῦ καὶ ἀναθέματος τῶν Λαϊκῶν. 


Καὶ ταῦτα ἐθέσπισαν οἱ Πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας, στοιχοῦντες τῷ παραγγέλματι τοῦ οὐρανίου Διδασκάλου, εὐξαμένου πρὸς τὸν οὐράνιον Αὐτοῦ Πατέρα τὴν ἑνότητα τῶν μαθητῶν Του, καὶ τοῦ ᾿Αποστόλου Παύλου παραγγέλοντος τὰ ἑξῆς: «πληρώσατέ μου τὴν χαράν, ἵνα τὸ αὐτὸ φρονῆτε, τὴν αὐτὴν ἀγάπην ἔχοντες, σύμψυχοι, τὸ ἕν φρονοῦντες», «σπουδάζοντες τηρεῖν τὴν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης». Είναι λοιπὸν δυνατὸν νὰ ὑποθέσωμεν, ὅτι ὁ Οἰκουμενικὸς τότε Πατριάρχης Μελέτιος καὶ ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος ᾿Αθηνῶν Χρυσόστομος ἠγνόουν τοὺς θείους καὶ ἱεροὺς τούτους Κανόνας, τοὺς κατοχυροῦντας ἐπὶ ποινῇ καθαιρέσεως, ἀφορισμοῦ καὶ ἀναθέματος, τὸν ταυτόχρονον ἑορτασμὸν τῶν ἑορτῶν καὶ τὴν ταυτόχρονον τέλεσιν τῶν νηστειῶν ὑφ᾿ ὅλων τῶν ᾿Ορθοδόξων ᾿Εκκλησιῶν, διὰ τὴν ἑνότητα τοῦ χριστιανικοῦ πνεύματος καὶ τὸν σύνδεσμον τῆς εἰρήνης τῶν πιστῶν; 


᾿Ιδοὺ ποῦ ἔγκειται ἡ ἀχίλλειος ξενικὴ πτέρνα τοῦ Πατριάρχου Μελετίου καὶ τοῦ ᾿Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου, οἵτινες, εἰσάγοντες μίαν ἀρχὴν προτεσταντικὴν εἰς τὴν ᾿Ορθόδοξον ᾿Εκκλησίαν, προάγουν Αὐτὴν εἰς τὴν ὁδὸν τοῦ Προτεσταντισμοῦ, ὅστις ἀφίνει πλήρη ἐλευθερίαν εἰς τοὺς ὀπαδοὺς αὐτοῦ, οὐ μόνον εἰς τὰς λιτὰς διατάξεις τῆς λατρείας, ἀλλὰ καὶ εἰς αὐτὴν τὴν πίστιν καὶ τὴν ἀντίληψιν τῶν Δογμάτων, μὴ ἔχων διὰ τὴν ἐξήγησιν τούτων Κριτήριον ᾿Εκκλησιαστικόν. Τοιαῦτα ὄντως κατετόλμησαν ὁ Πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης καὶ ὁ ᾿Αρχιεπίσκοπος ᾿Αθηνῶν Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, οἱ δύο οὗτοι Λούθηροι τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας, οἵτινες ὑπὸ τὸ πρόσχημα τοῦ συγχρονισμοῦ δὲν ἐδειλίασαν οὐδ᾿ ἀπερρίγησαν νὰ καταπατήσωσιν ἀποφάσεις Πανορθοδόξων Συνόδων καὶ ᾿Αποστολικοὺς καὶ Συνοδικοὺς Κανόνας, ἵνα προσεγγίσωσι πρὸς τὰς ἐκκλησίας τῆς Δύσεως διὰ τῆς ἡμερολογιακῆς καινοτομίας, ἐπὶ διασπάσει τῆς ᾿Ορθοδοξίας καὶ ἐπ᾿ ἀθετήσει τῆς αἰωνοβίου πράξεως τῆς Μιᾶς, ῾Αγίας, Καθολικῆς καὶ ᾿Αποστολικῆς ᾿Εκκλησίας.


 

᾿Απέναντι τῆς αὐθαιρεσίας τούτων ὠρθώθημεν ἡμεῖς οἱ τρεῖς ῾Ιεράρχαι, 

ἤτοι ὁ Δημητριάδος Γερμανός, 

ὁ γράφων πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος, καὶ ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος, 

οἵτινες ἐμφορούμενοι ὑπό βαθέως ᾿Εκκλησιαστικοῦ πνεύματος, 

καί αἰσθανόμενοι τόν ἀδιάρρηκτον σύνδεσμον τῆς ᾿Ορθοδοξίας μετά τῆς ῾Ελληνικῆς ᾿Εκκλησίας,

 ἀνεπετάσαμεν εὐθαρσῶς καί μεγαλοφρόνως,

 οὐχί τήν σημαίαν τῆς ἀνταρσίας κατά τῆς ᾿Ορθοδοξίας καί τῆς διαιρέσεως τῶν Χριστιανῶν,

 ὅπως ἐκεῖνοι, 

ἀλλά τό ἔνδοξον καί τετιμημένον λάβαρον τῆς ἑνώσεως τῆς διασπασθείσης ᾿Ορθοδοξίας,

 καί τῆς εἰρηνεύσεως τῆς ᾿Εκκλησίας ἐν τῷ ἐδάφει τῶν σεπτῶν Παραδόσεων καί τῶν θείων καί ῾Ιερῶν Κανόνων. 

᾿Εφ᾿ ᾧ καί διά τοῦ ἀποκηρυκτικοῦ ἡμῶν ἐγγράφου πρός τήν Διοικοῦσαν Σύνοδον ἐκαλοῦμεν Αὐτήν, 

ὅπως ἐπανέλθῃ ἐπί τοῦ ἐδάφους τῆς ᾿Ορθοδοξίας

 διά τῆς ἐπαναφορᾶς τοῦ ᾿Ορθοδόξου ῾Εορτολογίου 

ἐν τῇ θείᾳ Λατρείᾳ.  



Περιοδικό «᾿Ορθόδοξος ῎Ενστασις καί Μαρτυρία», ἀριθμός 17, ᾿Οκτώβριος - Δεκέμβριος 1989, σελίδες 67-78.
Από το σχετικό κείμενο έχουν αφαιρεθεί οι σχετικές παραπομπές με ευθύνη του ιστολογίου μας, 
προκειμένου αυτό να γίνει πιο ευανάγνωστο.
Όλο το κείμενο -μαζί με τις παραπομπές- μπορείτε να το διαβάσετε ΕΔΩ!
Τίτλος και επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.



Άγιος Χρυσόστομος ο Νέος Ομολογητής


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF