ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2016

ΤΑ ΔΕΙΝΑ ΠΟΥ ΜΑΣ ΒΡΗΚΑΝ ΚΑΙ ΡΩΤΑΜΕ ΓΙΑΤΙ

 



Οι δυστυχίες που βρήκαν το γένος μας, όπως βλέπομε, είναι εν συντομία οι εξής.

 Οι καιροί είναι από κάθε εποχή οι πιο δύσκολοι. Πονηρές οι ημέρες, το τέλος του χρόνου, 

τα γηρατειά του κόσμου, το ξεψύχισμα του σύμπαντος. Η ζωή μας αυτή είναι σύντομη,

 λανθασμένη και γεμάτη από πικρίες, και τα κακά εκτενέστερα από τις θάλασσες. 

Και να, οι γείτονές μας είναι εχθροί, όσοι δείχνουν φίλοι είναι άπιστοι, 

οι συγκάτοικοι μας κλέφτες, οι υιοί μας ανυπάκουοι και οι απλοί συγγενείς χωρίς στοργή. 

Αυτοί που καραδοκούν να επωφεληθούν από τις δυσκολίες μας είναι πολλοί,

 μα περισσότεροι αυτοί που μας επιβουλεύονται. Αυτοί που μας διώκουν και μας πληγώνουν 

είναι πολλοί και από πολλά μέρη. Κανείς και από πουθενά, τολμώ να πω, 

δεν υπάρχει που να μας συνοδεύση στη φυγή και να συμπονέση μαζί μας. 

Διασκορπισθήκαμε χωρισμένοι σε όλες τις βασιλείες της γης. Μας εξουσιάζουν και δεν εξουσιάζομε.

 Τη χώρα μας ξένοι την κατατρώγουν, και δεν υπάρχει κανείς να μας βοηθήση.

 Οι νέες και οι νέοι του γένους μας δόθηκαν σε άλλα έθνη.


Όλη την ημέρα τα μάτια μας αυτά βλέπουν και το δικό μας χέρι δεν μπορεί να βοηθήση. Σε μας έμεινε μόνο καρδιά θλιμένη, μάτια που σβήνουν και ψυχή που λιώνει, προβλήματα πάνω στα προβλήματα, φροντίδες πάνω στις φροντίδες, και αίματα πάνω στα αίματα παντού. Χάθηκε ο ευλαβής πάνω στη γη, λείπει ο στοχαστής, δεν βρίσκεται ο φρόνιμος. Στα παλαιά παρουσιαζόταν ο σοφός, τώρα δεν υπάρχει αυτός που θα κατανοήσει, αυτός που θα διορθώση, αυτός που θα μας φέρη πίσω. Η πληγή είναι ολόσωμη, η αρρώστια γενικευμένη, φοβερό το τραύμα, η συμφορά απαρηγόρητη και μεγαλύτερη από κάθε παρακλητικό λόγο. 


Καταφρονήθηκαν τα εκκλησιαστικά πράγματα, σάπισαν τα κρατικά, ανακατεύονται τα μακρυνά, συγχέονται τα κοντινά. Τα πάνω γίνονται κάτω και τα κάτω πάνω. Οι Χριστιανοί διώκονται, οι ασεβείς ευνοούνται. Από εδώ μας καταδιώκουν οι Αγαρηνοί, από εκεί μας λεηλατούν οι Σκύθες, από τα δυτικά οι Ισμαηλίτες θερίζουν τους καρπούς μας, και από τα ανατολικά οι Πέρσες μας εκριζώνουν. Ξεφεύγομε από το δράκοντα και συναντούμε το βασιλίσκο, διαφεύγομε από το λιοντάρι και πέφτομε πάνω στην αρκούδα. Όποιος γλυτώνει από το θάνατο, οδηγείται στη δουλεία, και όποιος απαλλαγή από τη δουλεία παραδίδεται στη σφαγή. Όπου και όποτε γίνονται ναυμαχίες στη θάλασσα ή μάχες στη στεριά, λεηλασίες ή μετοικεσίες, πάντως ακούεται ότι ένα μέρος από εμάς χάνεται. 


Ό,τι συγκεντρώθηκε σε οικίες, το σκορπίζει ο φθόνος, και ό,τι διατίθεται για να βγάλη κέρδος, το αρπάζει ο ληστής. Ό,τι μπόρεσε να περάση από τον κλοιό της πολιορκίας βούλιαξε στη θάλασσα. Και ό,τι γλύτωσε από το βυθό έπεσε στα χέρια ληστών. Επί πλέον επάγωσαν τα καλά και εφύτρωσαν τα λυπηρά, παρήλθαν τα δικά μας και ήλθαν τα αλλότρια. Φαγωθήκαμε, χαθήκαμε, διαφωνήσαμε και ως τραυματίες πια και παράφρονες γίναμε εκτός εαυτών. Επιταχύνεται διαρκώς η πορεία των πραγμάτων μας όλο και προς το χειρότερο. Από τα μέχρι χθες και πρόσφατα άριστα έθη και γνωρίσματά μας, σήμερα ούτε ίχνος δεν αναγνωρίζεται. Και τα μέχρι πέρυσι καλύτερα από τα ήθη, φέτος δεν τα διακρίνομε πουθενά. 


Με αυτό και με εκείνο τόσο άλλαξαν αυτά, που δεν μπορεί κανείς να τα περιγράψη. Και όσο μπορούμε να συμπεράνουμε από τα πράγματα περπατάμε σε αγκάθια, στεκόμαστε πάνω σε γκρεμό, βαδίζομε ανάμεσα σε φίδια, πορευόμαστε μέσα από παγίδες και περπατάμε πάνω σε επάλξεις πόλεων. Κάθε ώρα πόλεμοι, σφαγές, πείνες, πνιγμοί, αβάσταχτες στενοχώριες. Μυριάδες από γύρω μας οι απώλειες, και από παντού φθάνει η οργή του Θεού. Και εμείς σαν να μη γίνεται κάτι καινούργιο, παραμένομε άπονοι και σκληροί. Αλήθεια ποιος σοφός θα μπορούσε να διεκτραγωδήση τα δικά μας, όπως πρέπει, αφού ξεπέρασαν κάθε θρήνο, και είναι πέρα από κάθε κλάμα; Αυτά λοιπόν και τα παρόμοια τους, συμβαίνουν σε μας, ένεκα των σχηματισμών των αστερισμών, θα μας πη ο αστρολόγος. 


Ο φυσικός θα πη ότι τα υπομένομε αυτά, ως φυσική εξέλιξη των πραγμάτων, εξ αιτίας της θέσεως μας ανάμεσα στους Άραβες και τους Σαρακηνούς, τους Ισμαηλίτες και τους Σκύθες. Ο άθεος θα υποστηρίξη, ότι όλα από μόνα τους τυχαία συμβαίνουν «χύδην και φύρδην». Ο δε έλληνας (ειδωλολάτρης) θα υποστηρίξη ότι οφείλονται όλα στην τύχη και στο γραμμένο. Και ακόμα ο Αγαρηνός θα πη ότι αιτία τούτων είναι ότι δεν αποδεχθήκαμε τον αλιτήριο*, ενώ ο Εβραίος, επειδή πιστεύσαμε στο Χριστό. Και ο καθένας από τους αιρετικούς, επειδή δεν υποκύψαμε στην αίρεσί του. Και ο όχλος των Ιταλών θα υποστηρίξη ότι μας συμβαίνουν αυτά, επειδή δεν υποταχθήκαμε στον πάπα. Εγώ όλους αυτούς τους απορρίπτω, και είμαι απόλυτα πεπεισμένος και το ομολογώ ευθέως, ότι δεν θα τα παθαίναμε αυτά, εάν είμασταν δυσσεβείς και τελείως απομακρυσμένοι από το Θεό. 


Επειδή όμως είμαστε το ευσεβέστατο γένος από όλους τους ανθρώπους, στραμμένο κατ’ εξοχήν στο Θεό, και θέλομε βέβαια και ενδιαφερόμαστε να σωθούμε, και αυτό είναι για μας η ύπαρξη και η ζωή μας, και ο λόγος που ήλθαμε σ' αυτή τη ζωή. Θέλομε όμως αυτό να γίνη με καλοπέρασι, με πλούτο και πρόσκαιρη δόξα. Γι' αυτό ο Κύριος που με κάθε τρόπο προετοιμάζει τη σωτηρία μας, μας παρέδωσε να ντροπιασθούμε σε όλα τα έθνη, και την πρόσκαιρη αυτή ζωή μας, τη ρευστή και περαστική, την περιέβαλε με μύρια κακά, μήπως και έτσι, ακόμα και παρά τη θέλησί μας, οδηγηθούμε τελικά από αυτόν στη σωτηρία με κατάλληλο τρόπο. Διότι από τα προαναφερθέντα κακά, άλλα οφείλονται σε μας τους ίδιους, και είναι ψυχικά αρρωστήματα· άλλα, έξω από εμάς, είναι κοσμικές συνέπειες, και άλλα μας τα φέρνει η θεία πρόνοια. 


Όμως και των όσων οφείλονται στην πρόνοια, και όσων είναι συμπτώματα κοσμικών ενεργειών, αιτία για όλα είναι οπωσδήποτε τα ψυχικά αρρωστήματα. «Δεν υπάρχει στην πόλι κακό που να μη το έστειλε ο Κύριος;» (Αμώς 3, 6). Δηλ. πείνες, αρρώστιες, νοσήματα, σφαγές, πολέμους, και ό,τι άλλο παρόμοιο, διότι όλα αυτά είναι αναιρετικά της αμαρτίας. Και δεν είναι από τη φύσι τους κακά, όμως θεωρούνται κακά, και βεβαίως εμποδίζουν να δημιουργηθούν τα αληθινά, που και από τη φύσι τους είναι κακά, δηλ. οι ενέργειες των διαφόρων αμαρτημάτων. Έτσι λοιπόν, και όχι όπως θα μπορούσε να πη κάποιος, επειδή είμαστε καταδιωγμένοι από το Θεό και αποκομμένοι από τη θεία αγάπη, τα υπομένομε αυτά. Όχι, μακρυά μια τέτοια ιδέα! Αλλά τα υπομένομε ως γνήσιοι υιοί, που απολαμβάνουν πατρική στοργή και παιδαγωγία. 


Αν, πράγματι, «όποιον αγαπά ο Κύριος τον παιδεύει, και μαστιγώνει κάθε υιό που αναγνωρίζει» (Παροιμ. 3,12), παιδευόμαστε λοιπόν από το φιλάνθρωπο Θεό και Πατέρα, «για να μη καταδικασθούμε και εμείς μαζί με τον κόσμο» (Α' Κορ. 11, 32). Διαφορετικά, ποιοι είναι αυτοί που προσεγγίζουν το Θεό; Διότι πρέπει πάντως να είναι κάποιοι κοντά, και κάποιοι πλησιέστεροι. Και ποιοι λοιπόν είναι αυτοί; Αυτοί που ζουν νωχελικά, και φθείρονται με ζώα, και κυλίονται με άρρενες; Ή μήπως όσοι, αφού χύσουν αίμα Χριστιανών και ομοφύλων, αρπάζουν τις εκκλησιαστικές αρχές ληστρικά και τυραννικά; 


Και ποιος, που έχει νου και φρόνησι, θα τα υποστηρίξη αυτά; Εάν αυτά τα υπομένωμε παρά τη θέλησί μας, αλλά όμως σίγουρα τα κακά με τη θέλησί μας τα πράττομε. Εάν κάποιος από εμάς δυσανασχετεί γι' αυτά, καθόλου παράξενο. Διότι ποιος, όταν από τον ιατρό καυτηριάζεται ή κόβεται, δεν φρίττει, δεν κλωτσάει και δεν θέλει να τ' αποφύγη;



Και εάν κάποιος απορεί και αγανακτεί λέγοντας, πώς δεν τα παθαίνουν 

αυτά και οι εθνικοί που αμαρτάνουν, ας καταλάβη το εξής: «Ο θάνατός τους 

δεν είναι βασανιστικός ούτε διαρκούν οι δοκιμασίες τους, δεν κοπιάζουν 

όπως οι άλλοι άνθρωποι, λοιπόν δεν θα μαστιγωθούν με τους ανθρώπους, 

αλλά με τους δαίμονες» (Ψαλμ. 72, 4-5). Και κοντά σε αυτό ας θυμηθή και το προφητικό ρητό:

 «Ο ασεβής φυλάσσεται διά να τιμωρηθή κατά την ωρισμένην φοβεράν ημέραν» (Παροιμ. 16,9). 

Και το αποστολικό: 

«Εάν είσθε χωρίς παιδαγωγία, που την δοκίμασαν όλοι, άρα είστε νόθοι και όχι υιοί» (Έβρ. 12, 8).

 Και το ευαγγελικό: 

«Πλατειά και ευρύχωρη η οδός που οδηγεί στην απώλεια» (Ματθ. 7,13). 

Όσοι λοιπόν εκπίπτουν από την πίστι, εξ αιτίας των δεινών, και χωρίς δεινά επρόκειτο

 να εκπέσουν από αυτήν κατ' άλλον τρόπον, δηλ. με την προσκόλησι στα πρόσκαιρα. 

Αλλά βεβαίως και το δικό μας μέλλον είναι άδηλο.



Σημείωση του Ιστολογίου: Ο λόγιος Μοναχός Ιωσήφ Βρυέννιος εκοιμήθη λίγα μόλις χρόνια πριν την Άλωση της Πόλης από τους Οθωμανούς του Μωάμεθ Β' του Πορθητή ( φωτογραφία). Το Βυζάντιο ήταν ήδη εξασθενημένο και διαιρεμένο τους τελευταίους δύο αιώνες, σκιά της παλιάς Αυτοκρατορίας. Η Άλωση του 1204 από τους Σταυροφόρους και αργότερα, μετά την επανάκτησή της το 1261, οι πολιτικές και θρησκευτικές έριδες, η αδυναμία βοήθειας από την Δύση, η άσχημη οικονομική κατάσταση και η φυγή ανθρώπινου δυναμικού, οδήγησαν στη σταδιακή εξασθένηση και συρρίκνωση. Η κατάληψη της Καλλίπολης το 1354 από τους Οθωμανούς, η οποία έφερε ορδές φανατικών μουσουλμάνων πολεμιστών στην Ευρώπη, σταδιακά κύκλωσε εδαφικά το Βυζάντιο, το οποίο έγινε το 1373 φόρου υποτελής στον Οθωμανό σουλτάνο. Έτσι, η Άλωση ήλθε ως φυσικό αποτέλεσμα και της αδιάκοπης επέκτασης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην ευρύτερη περιοχή. Οι συγκρούσεις ήταν ιδιαίτερα άνισες υπέρ των Τούρκων, σε σημείο που να μνημονεύεται από τις πηγές το τετελεσμένο της έκβασης της πολιορκίας. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται και στον ηρωισμό των πολιορκημένων και ιδιαίτερα του Αυτοκράτορα. Το γεγονός της πτώσης της «θεοφυλάκτου Πόλεως», άφησε βαθιά ίχνη στις πηγές της εποχής. Το κείμενο του λόγιου Μοναχού Ιωσήφ Βρυεννίου είναι ενδεικτικό, της κατάστασης πραγμάτων που επικρατούσε τότε στην παρηκμασμένη Αυτοκρατορία και έχει - δυστηχώς - ταυτόσημα σημεία με την Ελλάδα του σήμερα. Γ. Δ. 



''Περί των επιτεθέντων ημίν δεινών και τις ο τούτων σκοπός''. Μοναχού Ιωσήφ Βρυεννίου
 Κεφάλαια επτάκις επτά, κεφ. ΜΣΤ', εν Μοναχού Ιωσήφ Βρυεννίου, 
Τα Παραλειπόμενα,
 εκδ. Βασιλείου Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 126-129. 
Σ.μ.: Αλιτήριο χαρακτηρίζει τον Μωάμεθ. Τα πνευματικά αίτια της άλωσης της Πόλης και η ηθικοοικονομική κρίση της εποχής μας. 
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη". 
Αναδημοσίευση από το Ιστολόγιο
 ''Ιερόν Ησυχαστήριον Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου''. 
Τίτλος, επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ




Ιωσήφ Βρυέννιος


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF