ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τετάρτη 7 Οκτωβρίου 2015

ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΝ ΜΟΝΑΧΟΝ




Αγαπητέ μου π. Γεράσιμε,
χαίροις εν Κυρίω πάντοτε και μετά του Γέροντός σου.
Με χαρά διάβασα τα τελευταία νέα της επιστολής σου και για τις τόσο απαραίτητες επισκευές του σεσαθρωμένου,
πλην ηγιασμενου απο τους αγώνας των παλαιών πατέρων, Κελλίου σας.
Αναφορικώς με τον ενθουσιασμόν σου, λόγω της διακοπής του μνημοσύνου του πατριάρχου από μερικούς Κελλιώτας, δεν μέ βρίσκεις σύμφωνον καθόλου.
Το διατί, θα μου επιτρέψης να στο εκθέσω κάπως ιστορικά, διότι το θέμα είναι πολύ σοβαρόν και η πείρα του παρελθόντος πιστεύω,
ότι θα μας βοηθήση πολύ στην εξαγωγή των αναγκαίων συμπερασμάτων.
Πριν είκοσι δύο ακριβώς χρόνια μεγάλη και επίσημος ομήγυρις Αγιορειτών πατέρων είχε διά προκηρύξεώς της διαμαρτυρηθή δημοσίως προς τον πατριάρχην Αθηναγόραν
-λόγω της συναντήσεώς του με τον πάπα στα Ιεροσόλυμα-
ότι,
αν τυχόν συνεχίσει τοιούτου είδους επαφάς θα τον αποκηρύξουν και αυτόν.
Τότε ηρκέσθησαν να αποκηρύξουν μόνον τας δηλώσεις που έγιναν, προ και μετά την συνάντησιν.


Πέρασαν από τότε είκοσι δύο χρόνια, ούτε ένα, ούτε δύο. Αι αντορθόδοξοι εν τούτοις δηλώσεις εσυνεχίσθησαν και μαλιστα συνοδευόμεναι από πράξεις τελείως ταπεινωτικάς και προδοτικάς διά την Ορθοδοξίαν. Και όμως οι Αγιορείται, που υπέγραψαν την ανωτέρω προκήρυξιν τού 1965, αλλά και όλοι γενικώς οι λοιποί, εσυνέχισαν να κοινωνούν με τον Αθηναγόραν και τον εν συνεχεία διάδοχόν του Δημήτριον,σαν να μη συνέβαινε τίποτα!


Κατά καιρούς μάλιστα, όταν οι διοικούντες την Αγιορειτικήν Πολιτείαν έβλεπαν ότι μερικοί ζωηροί απειλούσαν διακοπήν κοινωνίας με το Φανάρι, συνεβούλευαν τους πατριαρχικούς και τας εξαρχίας των που ήρχοντο στο Όρος να προσέχουν να «μη σκανδαλίζουν τας ψυχάς των απλουστέρων», φειδόμενοι αυτών των «αδυνάτων»... Και οι ζωηροί ησύχαζαν μετά τας υποσχέσεις και η προδοσία εσυνεχίζετο άνευ επεισοδίων... Ουδέποτε εις τήν ιστορίαν της Εκκλησίας κακόδοξοι ποιμένες εκινήθησαν τόσο άνετα και έπληξαν τόσο βάναυσα το σώμα και την αλήθειαν της Εκκλησίας, όσο τα τελευταία 35 χρόνια! 


Όχι μόνον κατόρθωσαν να προδίδουν άνευ καμμιάς αντιδράσεως, αλλά να κάνουν και τους διοικούντας το Όρος πειθήνια όργανά των, υπασπιστάς και προασπιστάς της πολιτικής των, ώστε αυτοί οι ίδιοι οι Αγιορείται να καταδιώκουν τους συνάδελφους των, τους ελάχιστους, που ετόλμησαν τελικώς να σπάσουν το φράγμα της σιωπής και της ενόχου ανοχής και να ομολογήσουν, αρρενωπά, ότι δεν ακολουθούν πλέον τον ψευδοποιμένα του Φαναρίου. Και τα χρόνια κυλούσαν.


Η αίρεσις εγιγαντούτο καθημερινώς, ενώ οι υπεύθυνοι της Ιεράς Κοινότητος και λοιποί καθηγούμενοι των Μονών συζητούσαν και έγραφαν για τον Μακρυγιαννη και την ελληνική γλώσσα, συνεχώς δε εντός και εκτός του Όρους εκήρυτταν για το αναγκαίον της νήψεως και το υπερβάλλον του μυστικού γνόφου της ανατολικής Θεολογίας... Εν τω μεταξύ, ο λαός του Θεού εκοιμάτο ήσυχος, αφού δεν άκουγε από τους φύλακες καμμιά φωνή εγρηγόρσεως και κινδύνου, όλα εφαίνοντο να πηγαίνουν τόσο καλά. 


Τον πληροφορούσαν, ότι κύμα είναι και θα περάση, «να προσέχουμε τα σχίσματα, διότι οι αιρετικοί πεθαίνουν και φεύγουν και λησμονούνται, ενώ τα σχίσματα μένουν». Έτσι για ν' αποφύγουν οι κύριοι αυτοί τα σχίσματα -που λυτρώνουν την Εκκλησίαν εκ του πραγματικού μερισμού κατά τους Ιερούς Κανόνας - επροτίμησαν την ησυχίαν τους και ακολούθησαν ήρεμα και «συνετά» την κηρυττομένη κακοδοξίαν.


Ο Αθηναγόρας πράγματι έφυγε, αλλά ή φθορά διεκόπη μόνον για λίγες ήμερες -όσο κράτησαν τα της κηδείας και διαδοχής το- για να συνεχισθή με πιο έντονο ρυθμό η προδοσία από τον διάδοχό του. Αυτή ήτο η σημειωθείσα αλλαγή στο διάστημα, όπου η κακοδοξία άλλαξε φρουρά στο Φανάρι.


Οι συντηρητικοί όμως έβλεπαν τα πράγματα πολύ διαφορετικά. Λιοντάρι απεκάλεσαν τον Δημήτριον και αμέσως έσπευσαν να τον μνημονεύσουν, ως ορθοτομούντα τον λόγον τής αληθείας! Και εκείνος χαρούμενος από την αφέλειάν των άρχισε να ξυλώνη με περισσή χαρι και τα υπόλοιπα, που είχε αφήσει ο αποθανών προκάτοχός του. Δυστυχείς Ορθόδοξοι τού καιρού μας! Αν «η γρηγορούσα συνείδησις της Εκκλησίας», ο Μοναχισμός, σας πρόδωσε τόσο εύκολα, από ποιόν και πότε θ’ αντιληφθείτε την τραγωδίαν σας; 


Αυτοί είναι η αιτία πάντων των κακών, ως λέγει ο πολύς Μελέτιος ο Ομολογητής και ο φλογερός ζηλωτής Αββακούμ ο Λαυριώτης. Αν ετηρούσαν τον όρκον τους δεν θα παρέδιδαν το κάλλος της Ορθοδοξίας στην ασχημοσύνη και την ταπείνωση. Γι'αυτό, αγαπητέ μου π. Γεράσιμε, δεν συγκινήθηκα από τις τελευταίες διαμαρτυρίες των διαφόρων Κελλιωτών Μοναχών του 'Ορους, χωρίς όμως να σημαίνει, ότι τις βλέπω και σαν αρνητικό στοιχείο.


ταν, όμως μετά από είκοσι δύο χρόνια προδοσίας συνεχίζουν να απειλούν και παλιν και να «εξαιτούν τας θειοτάτας ευχάς», του κακοδόξου ποιμένος των, να εκφράζουν τον πόνον και την ανησυχίαν των δια τα τελούμενα, αλλά και τήν επιθυμίαν των «να μην αποκοπούν από την Μεγάλην του Χριστού Εκκλησίαν»,


αγνοούντες, ότι ο συνεχιζόμενος σύνδεσμός των με αυτήν,τους αποκόπτει από την αληθινήν Εκκλησίαν του Χριστού, από την ομήγυριν των πρωτοτόκων και ομολογητών, πως είναι δυνατόν λέγω, να προκαλεσουν με τέτοια γραφόμενα ταραχή στις παρατάξεις των κακοδόξων; Οι πιστοί εξάλλου, που σας παρακολουθούν, έχουν χορτάσει πια από λόγια, πεινούν για πράξη και συνέπεια. 


Ούτε οί θεατρικές πράξεις της Κοινότητας πρέπει να συγκινούν κανένα. Αυτοί εσάς φοβούνται, τους μοναχούς, μήπως και τους αποκηρύξετε, με αποτέλεσμα να πέση η ορθόδοξη λεοντή τους στα μάτια του λαού, διαφορετικά,ούτε γράμματα θα έστελναν στο Φανάρι, ούτε θ’ αποφάσιζαν να το επισκεφθούν. Σαν τι περιμένουν να τους εξηγήσουν οι Φαναριώτες; Είκοσι δύο χρόνια τούς κοροιδεύουν ή μάλλον σας κοροϊδεύουν -διότι οι μεγάλοι συντονίζονται συνήθως στην προδοσίαν- και συνεχίζουν παρά ταύτα μέχρι σήμερα να παίζουν το θέατρό τους με το ίδιο σκηνικό... 


Λυπούμαι, πάτερ μου, αλλά πολυετές πρέπει να είναι το επιτίμιον,που θα σας βάλη ο πνευματικός σας, και μετά την αποκήρυξιν που θα κάνετε των κακοδόξων, διότι κοινωνούσατε τόσα χρόνια μαζί τους, παραπλανώντες τον λαόν του Θεού και την αίρεσιν κρατύνοντες.


Κατά την εικονομαχιαν, όποιος εκ των ιερεων ή μοναχών ωμολόγει καθυστερημένα,έπαιρνε το επιτίμιον της αλειτουργησίας και ακοινωνησίας από τους εξάρχους των ομολογητών, «μέχρι καιρού Ορθοδόξου συνόδου», η οποία και θα διευθετούσε τελικώς τον χρόνον των επιτιμίων. Γι' αυτό και νομίζω,ότι οι πατέρες πρέπει να σοβαρευθούν λιγάκι και η φράσις των ν'αποκτήση την αρρενωπότητα που χρειάζεται σε τέτοιες περιπτώσεις. 


Είναι ανεπίτρεπτος τέτοια διαγωγή από επαγγελομένους τους «Φύλακας της Ορθοδοξίας». Ο Δημήριος πέπτωκε πριν καν αρχίση διά πράξεως να προδίδη την αλήθεια. Πέπτωκε διά του εθρονιστηρίου του λόγου. Και όμως, δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια τον λιβανίζουν οι συνάδελφοί σου, ενώ, που και που, κάνουν πως αντιδρούν, για να ρίξουν στάχτη στα μάτια των αφελών,ότι δήθεν δηλ. αγρυπνούν «διά την φύλαξιν της Ορθοδοξίας», όπως πληθωρικά γράφουν στα διάφορα κείμενά τους. Δεν σου γράφω περισσότερα, διότι στην «Απολογία ενός Αγιορείτου», που σου έστειλα,υπάρχουν όλες οι σχετικές διασαφήσεις και λεπτομέρειες.


Μην ελπίζετε ν’ανανήψη το Φανάρι. Όποιος θέλει να σώση την ψυχήν του, άς διακόψη αμέσως κάθε επαφή με τους μνημονευτάς του Δημητρίου και όλους, που τον κοινωνούν, προκειμένου ν' αναπνεύση αέρα Ορθοδοξίας. Ούτε να ελπίζετε τίποτα θετικόν από την αντιπροσωπείαν των Αγιορειτών, που θα πάει στην Πόλη για συζητήσεις. Θα σας κοροιδεύουν ανελέητα,όπως κάνουν τόσα χρόνια τώρα. Θυμάσαι, τί έγραφαν οι ίδιοι το 1981, όταν γύρισαν από το Φανάρι;


«Η εμμονή των Αγιορειτών εις την ακραιφνώς ορθόδοξον γραμμήν αποτελεί μίαν πνευματικήν προσφοράν προς τό Οικ. Πατριαρχείον». Το μόνον, που κατορθώνουν διά των δηλώσεών των αυτών είναι να προσβάλλουν εαυτούς και να μας υπενθυμίζουν την πιστότητα της πολιτικής των προς την παρομοίαν του προισταμένου των, όστις προσφάτως ετόλμησε να δηλώση υποκριτικώς: «Το Φανάριον είναι πιστόν εις την ακραιφνή χριστιανικήν παράδοσιν» (Απολογία ενός Αγιορείτου,σελ.34). 


Πρέπει πλέον να αντιληφθήτε, αγαπητέ μου πάτερ, ότι δεν έχετε χρόνον για πειράματα. Συνεπώς,η αντίδρασίς σας πρέπει να είναι ρωμαλέα, δηλαδή πατερική. Συνεχίζεις να προδίδης; Δεν σε μνημονεύω, δηλαδή δεν σε κοινωνώ,ούτε εσένα, ούτε την Σύνοδόν σου, ούτε όσους σε κοινωνούν, καίτοι γνωρίζουν τα έργα σου. Αυτή είναι η θέσις της Ορθοδοξίας εν προκειμένω, τα δε λοιπά αποτελούν προφάσεις εν αμαρτίαις· υπενθυμίζουν αυτόν,που συνεχώς κοσκινίζει, διότι δεν θέλει να ζυμώση...


To μνημόσυνον είναι ο συνδετικός κρίκος, η σωλήνα που συνδέει τα συγκοινωνούντα δοχεία-τα θυσιαστήρια των μνημονευόντων του Δημητρίου και τα ιδικά σας-των ιερών σας Κελλίων. Συνεπώς η ηχητική και μόνον διακοπή του μνημοσύνου, ενώ θεωρείτε κοινωνικόν τό Φανάρι (αυτό σημαίνει η φράσις των Κελλιωτών, «δεν αποκοπτόμεθα της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας»), δεν σημαίνει τίποτα, είναι χάδι για τους Φαναριώτες, συγχρόνως δε, και ανιστόρητον.


Οι πατέρες του ενδόξου παρελθόντος του Μοναχισμού δεν εχρησιμοποίουν τοιαύτην διπλωματίαν εις τας εκφράσεις των. To ότι αντεδρασαν παρομοίως και παλαιότερον οι Αγιορείται επί Αθηναγόρου (1970-72), ως γράφουν, δεν σημαίνει τίποτα, διότι και εκείνοι τότε εκ των πραγμάτων αναγκασθεντες, και όχι εκ καρδίας πιστεύοντες, έφθασαν στο διάβημα εκείνο. Ήτο απλώς μια ηχητική διακοπή μνημοσύνου,χωρίς διακοπήν κοινωνίας, απλώς προς το θεαθήναι τοις απλουστέροις μοναχοίς, οι οποίοι ζητούσαν επιμόνως από τους προιστάμενους των κάποια δυναμικήν αντίδρασιν. 


τι ήτο επιπόλαια και άνευ εσωτερικού ψυχισμού, η πραξις των αυτή, αποδεικνύεται και από του ότι εκοινώνουν αδιαμαρτύρητα με μή Φαναριώτας επισκόπους, που εμνημόνευον όμως του Αθηναγόρου, και εκ του ότι, μόλις απεθανε εκείνος και τον διεδέχθη ο Δημήτριος, έσπευσαν αμέσως -καίτοι διάβασαν τον αιρετικόν λόγον του, ότι θα παραμείνη πιστός στην γραμμήν του μεγάλου προκατόχου του- έσπευσαν λέγω να επαναλάβουν το μνημόσυνο.


Και, ενώ επί δεκαπέντε χρόνια ο πατριάρχης απέδειξε σαφώς προς ολας τας διευθύνσεις, ότι παρά την φαινομενικήν του απλότητα, προδίδει την Ορθοδοξίαν ψυχρά, σταθερά και συνεχώς, εν τούτοις συνεχίζουν να τον μνημονεύουν, ως «ορθοτομούντα τον λόγον της αληθείας»!



Λοιπόν μη τους μιμείσθε και σεις τώρα,
διότι το παρελθόν έπρεπε να σας έχη γίνει άριστος διδάσκαλος.
Προχωρείστε στην διακοπήν κοινωνίας των πατριαρχικών και των κοινωνούντων αυτοίς
και τότε θα αισθανθείτε έσωθεν την πληροφορίαν, που ζητάτε,
ότι δηλαδή πράγματι βαδίζετε την οδόν των αγίων ομολογητών της πιστεώς μας.
Είναι εντροπή διά τον Αγιορειτικόν Μοναχισμόν να μην μπορεί να μιμηθεί γυναικείας εν κόσμω αδελφότητας,
αι οποίαι πατερικώς και αρρενωπώς ωμολόγησαν, και οι διάδοχοι ενός Γρηγορίου Παλαμά και των επί Βέκκου μαρτυρησάντων Οσίων,
να μην μπορούν να είπουν ένα Όχι στους κακοδόξους προισταμένους των.
Τυχόν απορίας σου αναμένω στην νέα επιστολή σου.
Σε χαιρετώ μετά πολλής εν Κυρίω αγάπης!



Απόσπασμα κειμένου από το βιβλίο του αειμνήστου Ιερομονάχου - Θεολόγου πατρός Θεοδωρήτου Μαύρου
''ΟΤΑΝ ΟΙ ΦΥΛΑΚΕΣ ΠΡΟΔΙΔΟΥΝ''
Αθήνα 2001, Εκδόσεις Αγιορείτης.
Εισαγωγή κειμένου στο μονοτονικό σύστημα και επιμέλεια 
ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.
Η φωτογραφία της ανάρτησης είναι του αοιδήμου πνευματικού πατρός των Ορθοδόξων του Πατρίου Ημερολογίου,
του Οσίου πατρός Χρυσοστόμου Καβουρίδη (1870-1955)
ηγήτορος του Ιερού Αγώνα των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών



Μακαριστός Ιερομόναχος π. Θεοδώρητος Μαύρος


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF