ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Σάββατο 4 Απριλίου 2015

ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΣΙΟ ΓΕΡΟΝΤΑ ΑΝΔΡΙΑΝΟ ΤΟΝ ΣΙΝΑΙΤΗ



Περιοδικό ¨Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ¨ Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 1994

 


Προ μηνών ο γνωστός πνευματικός της Σιναϊτικής ερήμου π. Ανδριανός,

 απεκήρυξε τον οικουμενισμόν του νέου ημερολογίου και προσεχώρησε εις την Εκκλησίαν του παλαιού,

αφού διεπίστωσε και εμπράκτως τις κακοδοξίες των σημερινών επισκόπων της «Ορθοδοξίας».

Αυτό, ως ήτο φυσικόν,

δεν άρεσε σε πολλούς του νέου ημερολογίου, κληρικούς και λαϊκούς θεολόγους,

καθότι ελέγχει την πορεία τους και τους αφήνει ακάλυπτους ενώπιον των πνευματικών τους τέκνων,

τα οποία δικαίως θα διερωτώνται τι συμβαίνει.

Δια τούτο το περιοδικόν «ο Σταυρός» έγραψε εκτενές σχόλιο (Αύγ. 94, σελ. 134),

παρατηρών δια τον π. Ανδριανόν,

ότι «δεν εξήντλησε τα μέσα».

Κατά την γνώμην του συντάκτου έπρεπε προτού διακόψει κοινωνίαν με την Εκκλησίαν του νέου 

«να έστελνε εγκυκλίους επιστολάς προς τους απανταχού γης ευρισκομένους χριστιανούς,

στις οποίες θα στηλίτευε την απόκλισι προς τον οικουμενισμόν των προσώπων εκείνων 

που θα έπρεπε να είναι φρουροί της ορθοδόξου πίστεως».


Η πρότασις του συντάκτου περί γραπτής διαμαρτυρίας εφηρμόσθη κατά κόρον από τους αγωνισθέντας προ ικανών ετών κατά της κακοδοξίας,και ουδέν αποτέλεσμα έφερε· μόνο η διακοπή κοινωνίας τους ενοχλεί και τους αποκαλύπτει.Έτσι ο π. Ανδριανός προτίμησε την οδόν της πράξεως.Προς τούτο επεσκέφθη Αυστραλίαν και Καναδά όπου ανθεί ο απόδημος Ελληνισμός,προκειμένου να στηλιτεύση την αίρεσιν.Το αποτέλεσμα; Τον εξεδίωξαν αμέσως οι «ορθόδοξοι» αρχιεπίσκοποι και επίσκοποι των περιοχών!Γι΄ αυτό,επειδή διεπίστωσε,ότι έχουν πια πορωθή,κατά τον λόγον του θείου Παύλου,απεφάσισε να ασφαλισθή δια της αποτειχίσεως και προσχωρήσεως εις τας τάξεις των Παλαιοημερολογιτών.Ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης,τον οποίον αναφέρει «ο Σταυρός»,ως αγωνιστήν «εντός της Εκκλησίας»,μόνο δια το θέμα του παρανόμου γάμου του αυτοκράτορος εφήρμοσε οικονομίαν αρκούντως αυστηράν,διακόψας κοινωνίαν με όλους τους πρωταιτίους της μοιχοζευξίας και τους κοινωνούντας αυτοίς.


Στην περίοδον όμως της εικονομαχικής αιρέσεως η διακοπή της κοινωνίας ήτο καθολική· ουδείς εικονόφιλος εκοινώνει με τους εικονομάχους,καθόσον τα μέτωπα ήσαν χωρισμένα και πας ομολογών πίστιν και σεβασμόν προς τας αγίας εικόνας εδιώκετο απηνώς.Και ταύτα μεν εις την εκκλησίαν του Βυζαντίου.Υπήρχον όμως άλλαι τοπικαί εκκλησίαι και πατριαρχεία,που δεν μετείχαν της αιρέσεως και τα οποία εκοινώνουν με τους εικονοφίλους.Σήμερα,όμως τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα της εικονομαχικής περιόδου.Η πενταρχία των πατριαρχείων και όλαι αι αυτοκέφαλοι Εκκλησίαι κοινωνούν και συνεργάζονται μεταξύ των διώκουσαι τους ενισταμένους κατά της αιρέσεως του Οικουμενισμού.Συνεπώς η μόνη οδός που απομένει,δι΄ όποιον θέλει να μείνει αμέτοχος της αιρέσεως και κατακρίτου κοινωνίας,είναι η οδός της αποτειχίσεως και η κοινωνία του με τας εκκλησίας του παλαιού ημερολογίου. Την ανωτέρω στάσιν επικροτεί η παλιά της Ορθοδοξίας παράδοσις και οι ιεροί Κανόνες,οι οποίοι θεωρούν «αξίους τιμής» τους ούτως ενεργούντας!


Δυστυχώς οι συντάκται του «Σταυρού»,παρά τα γραφέντα επί μίαν τριακονταετίαν,επιμένουν ότι μπορεί να είναι ορθόδοξοι,ως οι ομολογηταί του παρελθόντος,και συγχρόνως να κοινωνούν με όλας τας εκκλησίας που κακοδοξούν ή κοινωνούν με την κακοδοξίαν! Αυτό το αποκαλούν αγώνα «εντός των τειχών της Εκκλησίας»,ενώ σημαίνει ακριβώς το αντίθετον· ευρίσκονται εντός της κακοδοξίας και εκτός αληθείας! Και κάποιοι ηγούμενοι επί αγίου Θεοδώρου,έχοντες τα μοναστήρια τους και μνημονεύοντες των αιρετικών, ενόμιζον ότι πράττουν έργον θεάρεστον και διακριτικόν,ὀπως οι συντάκται του «Σταυρού»,προς τους οποίους έγραψε ο Όσιος Πατήρ: «Και τώρα δέξαι με,τιμιώτατε πάτερ,ομιλούντα πιο ελεύθερα. Δεν τυγχάνεις εκτός ευθύνης,το να συλληφθής δηλαδή από ανθρώπους του βασιλέως και να παραμείνης παρά ταύτα ελεύθερο;...


Εάν η οσιότης σου ουδέν έπαθε εκ των ανωτέρω (των βασάνων δηλαδή που υπεβάλοντο οι πιστοί),μετά την σύλληψιν, συγχώρα με,αλλά επλανήθης αδελφέ.Και μη μου δικαιολογήσαι πως διατηρείς ασφαλείς τας εκκλησίας και τας αγιογραφίας των ναών,ως και το μνημόσυνον του πατριάρχου.Τα παρόμοια και άλλοι πεπτωκότες φλυαρούσιν.Τα ανωτέρω δεν δύνανται να διατηρηθούν,εκτός εάν εγένετο προδοσία της ορθοδόξου ομολογίας. Διότι σε παρακαλώ,ποία η ωφέλεια,όταν εμείς που λεγόμεθα και είμεθα ναός Θεού έχουμε καταστραφή (δια της μη ομολογίας) με το να περιποιούμεθα αψύχους ναούς...Αλλοίμονον,άλλοι να αποθνήσκουν,άλλοι να εξωρίζονται,άλλοι να μαστιγώνονται,άλλοι να φυλακίζωνται,άλλους να φιλοξενούν τα όρη,αι ερημίαι,οι βράχοι και τα σπήλαια,και εμείς διαμένοντες στα σπίτια μας να νομίζωμεν ότι θα παραμείνωμεν αβλαβείς. Ουδόλως...Ταύτα είπα από αγάπη προς σε και ως υπενθύμισιν,ότι οι τα τοιαύτα πράττοντες είναι άξιοι τιμωρίας… (P.G. 99, 1365 AC). 


Και προς τον ηγούμενον Θεόφιλον: «...Και συ,ω τρισάθλιε, εαλωκώς τη ψυχοφθόρω κοινωνία, και μένων εις το ολετήριον, επ΄ αν ούτως, αλλ΄ ου μοναστήριον, λέγεις ευ έχειν... Τίνας δε και αδελφούς εφυλάξω,διεφθορότας τη ολεθρία σου κοινωνία,καν εν βρώμασι; Σκάνδαλον του κόσμου, υπόδειγμα αρνήσεως,προτροπή απωλείας,σάρξ αλλ΄ου πνεύμα,σκοτήρ, αλλ΄ ου φωστήρ…»(Αυτ.1337 C).Ιδού,πως εσκέπτοντο και ενεργούσαν οι αληθινοί πατέρες του παρελθόντος και μάλιστα ο μέγας Θεόδωρος,τον οποίον ο π. Ιουστίνος Πόποβιτς θεωρεί,ως τον «ατρόμητον ομολογητήν των θεανθρωπίνων αληθειών».Μακάριοι οι ταπεινώς μιμούμενοι την πορείαν του· δυστυχείς δε αληθώς οι διαστρέφοντες τους λόγους του,προκειμένου να δικαιολογήσουν την παραμονήν τους εις την αίρεσιν...

 


Περιοδικό ¨Ο ΣΤΑΥΡΟΣ¨ Αριθμός τεύχους 391 Νοέμριος-Δεκέμβριος 1994

 

Ο ακολουθών το παλαιό ημερολόγιο,ιερομόναχος π. Θεοδώρητος Μαύρος ήσκησε κριτική στο σχόλιό μας υπό τον τίτλο «Δεν εξήντλησε τα μέσα» (τεύχ. Αυγούστου 1994 σελ. 134). Το σχόλιο αυτό αναφερόταν στο πρόσωπο του γνωστού πνευματικού της Σιναϊτικής ερήμου π. Ανδριανού, ο οποίος εγκατέλειψε την πνευματική εκείνη έπαλξι και προσεχώρησε στην συμπαθή παλαιοημερολογιτική ομάδα του Φυλής και Ωρωπού π. Κυπριανού. Η κριτική του δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Αγιορείτης» (τεύχ. 8), που ο ίδιος εκδίδει υπό τον τίτλο «Ποιοί είναι ¨εντός Εκκλησίας¨». Στο κείμενό του αυτό ο π. Θεοδώρητος χρησιμοποιώντας αποσπάσματα από επιστολές του αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου προσπαθεί να αποδείξη «ποιοί ευρίσκονται εντός της κακοδοξίας και εκτός της αληθείας». Και αυτοί κατά την γνώμη του είμεθα οι ακολουθούντες το νέο ημερολόγιο. Kατ΄ αρχάς σκεφθήκαμε να ανταπαντήσουμε επί του θεωρητικού πεδίου. Επειδή όμως ο λόγος έχει αντίλογον, γι΄ αυτό αποφύγαμε αυτόν τον πειρασμό.


Εξ άλλου ο ίδιος ο π. Θεοδώρητος προς το τέλος του ανωτέρω κειμένου του αναιρεί τα γραφόμενά του,αφού εις επίρρωσιν των λεγομένων του χρησιμοποιεί γνώμην του μεγάλου Σέρβου θεολόγου του αιώνος μας,του μακαριστού π. Ιουστίνου Πόποβιτς, γράφων τα εξής.«Ιδού, πως εσκέπτοντο και ενεργούσαν οι αληθινοί πατέρες του παρελθόντος και μάλιστα ο μέγας Θεόδωρος, τον οποίον ο π. Ιουστίνος Πόποβιτς θεωρεί, ως τον ¨ατρόμητον ομολογητήν των θεανθρωπίνων αληθειών¨». Αυτοαπάντησις. Θα ήτο ίσως αρκετό να σταματήσουμε εδώ και να μη συνεχίσουμε την ανάπτυξι των σκέψεών μας, αφού η παρατεθείσα περικοπή αποτελεί, για όσους ξέρουν πρόσωπα και πράγματα, αυτοαπάντησιν στον π. Θεοδώρητο. Για εκείνους όμως,που αγνοούν το πρόσωπο του π. Ιουστίνου Πόποβιτς, σημειώνουμε τα ακόλουθα. Ο π. Ιουστίνος Πόποβιτς είχε μελετήσει όσον πολύ λίγοι τους πατέρες της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας και μάλιστα τον άγιο Θεόδωρο τον Στουδίτη.


Θα περιμέναμε δε, επειδή ο αοίδιμος συνεδύαζε στη ζωή του θεωρία και πράξι, να είχε αποτειχισθή, και να μην είχε κοινωνία,ούτε με το πατριαρχείο της Σερβικής Εκκλησίας,ούτε κατ΄ ακολουθίαν με τα άλλα πατριαρχεία. Εν τούτοις δεν αποτειχίσθηκε, αλλ΄ έδωσε τη μάχη του εντός των κόλπων της Εκκλησίας πολεμώντας εκ των πρώτων την αίρεσι του οικουμενισμού και χαρακτηρίζοντάς την, ως «παναίρεσιν». Να υποθέσουμε, ότι ο π. Ιουστίνος δεν κατενόησε το βαθύτερο νόημα των λόγων και των έργων του αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου, του «ατρομήτου αυτού ομολογητού των θεανθρωπίνων αληθειών»; Δεν τολμούμε να ψελλίσουμε τέτοια βλασφημία. Ύστερα ο Κύριος χάρισε στην Εκκλησία μας και «ορώντας», μεταξύ των οποίων ήσαν και οι αείμνηστοι γέροντες Πορφύριος και Παϊσιος. Οι χαριτωμένοι αυτοί γέροντες ποτέ δεν συνεβούλευσαν τους ακολουθούντας το νέο ημερολόγιο,να αποτειχισθούν «ασφαλιζόμενοι δια της αποτειχίσεως και προσχωρήσεως εις τας τάξεις των Παλαιοημερολογιτών».


Ο λόγος είνε αυτονόητος. Ας έλθουμε όμως και σ΄ εκείνους τους γέροντες,που έχουν το χάρισμα του πνευματικού. Υπάρχουν παλαιοημερολογίτες πνευματικοί, που εξομολογούν πιστούς νεοημερολογίτας χωρίς να τους θεωρούν αιρετικούς και να τους υποχρεώνουν να αποτειχισθούν. Και για να μη δημιουργήσουμε προστριβές στις συμπαθέστατες τάξεις των παλαιοημερολογιτών, αναφερόμεθα σε δύο κεκοιμημένους πνευματικούς, τον π. Νεόφυτο Καλοφούντη και τον π. Νήφωνα Αστυφίδη, οι οποίοι κάτω από το πετραχήλι τους ανέπαυσαν πολλές ψυχές νεοημερολογιτών. Ο π. Νεόφυτος μάλιστα κατά τα πρώτα έτη του σχίσματος ακολουθούσε αυστηρή τακτική έναντι των νεοημερολογιτών και δεν τους εδέχετο στην εξομολόγησι, μέχρις ότου τον επετίμησε ο ίδιος ο Κύριος λέγων· «Γιατί διώχνεις τα παιδιά μου;».


Περικόπτοντας τις σκέψεις μας αυτό έχουμε εν κατακλείδι να πούμε στον αγαπητό μας π. Θεοδώρητο,ο οποίος ομολογουμένως επί 30 χρόνια αγωνίζεται και με την γραφίδα του υπέρ των ιερών της πίστεώς μας· Σεβαστέ μας πάτερ· ο π. Ιουστίνος και οι άλλοι πατέρες δεν θεώρησαν,ως ασφάλεια της σωτηρίας των νεοημερολογιτών την αποτείχισί τους από την Εκκλησία και την ένταξή τους σε κάποια από τις τάξεις των παλαιοημερολογιτών,όπως έκανε ο π. Ανδριανός. Δεν γνωρίζουμε, αν αυτό σας απησχόλησε ποτέ. Σεις, βέβαια, υποστηρίζετε αυτά που κάθε φορά γράφετε οπλισμένος με τη μόρφωσι, που αποκτήσατε μελετώντας την σκέψι των πατέρων της Εκκλησίας μας. Μήπως, όμως εκτός από αυτό χρειάζεσθε και κάτι άλλο, το οποίο θα εναρμονίση μέσα σας την σκέψι των Πατέρων με την θεοφιλή βιοτήν των προμνημονευθέντων αγίων ανδρών; Ερευνήστε το.
                                                

 Και η απάντηση του Ιερομονάχου π. Θεοδώρητου Μαύρου, Αγιορείτου

 

Αγαπητέ μοι κ. Σωτηρόπουλε, δεν θα επανερχόμουν, εάν δεν είχες σημειώσει στο σχόλιό σου («Ο Σταυρός», Δεκ. 94, σ. 198), μερικά ξένα προς την Παράδοσιν της Ορθοδοξίας μας. Στο ανωτέρω σχόλιον θαυμάζεις τους «ορώντας», όπως τους αποκαλείς, δηλαδή τους προορατικούς, ως λένε οι πολλοί, όπως τον π. Παϊσιον, π. Πορφύριον και άλλους. Και τονίζεις εν συνεχεία, ότι οι ανωτέρω Γέροντες ουδέποτε συνεβούλευσαν τους πιστούς του νέου ν΄ ακολουθήσουν το παλαιόν ημερολόγιον. Γιατί, μήπως τους συνεβούλευσαν ποτέ κάτι, που να τους προστατεύη από τας αντορθοδόξους ενεργείας του Οικουμενικού πατριάρχου και των δορυφόρων του; Ουδέποτε! Δια θέματα πίστεως ετήρουν σιγήν, σιγήν ένοχον και κατάκριτον κατά τους αγίους Πατέρας. Ωμίλουν, όμως κατά κόρον περί προσευχής και ελεημοσύνης, πορευόμενοι χιλιόμετρα δια να βρουν ύδατα ποιότητος υπό την γην και κρυμμένους θησαυρούς (!), αδιαφορούντες δια τον συλούμενον θησαυρόν της Ορθοδοξίας υπό των δήθεν φυλάκων της!Δεν έχαναν δε ευκαιρίαν να προτρέπουν τους πιστούς να υπακούουν στην Εκκλησίαν, τον Οικουμενικόν δηλαδή πατριάρχην, τον Ιάκωβον Αμερικής, τον Παρθένιον Αλεξανδρείας, τον Σωτήριον Καναδά και τον Στυλιανόν Αυστραλίας και όλους τους κοινωνούντας με αυτούς. 


Σύμφωνα με την τακτική τους αυτή, ούτε εσύ έπρεπε να ελέγξης τον Αυστραλίας Στυλιανόν ή τον Σωτήριον Καναδά, όπως δεν το έπραξαν και οι «ορώντες» σου! Λησμονείς, ότι ο π. Παϊσιος ερωτηθείς υπό δημοσιογράφου «πως βλέπει την παρουσίαν του Βαρθολομαίου εις τον οικουμενικόν Θρόνον», του Βαρθολομαίου επαναλαμβάνω, του αφορίσαντός σε, απήντησε μετά σοβαρότητος· «Ο Θεός οικονόμησε αυτά τα δύσκολα χρόνια τον καλύτερον πατριάρχην»!! (Καθημερινή 27.11. ΄93). Ασφαλώς και συ, αγαπητέ Νικόλαε, θα ντρέπεσαι για λογαριασμό του... «ορώντος»! Σου υπενθυμίζω επίσης, ότι οι Αγιορείται πατέρες που στήριξαν τον Στυλιανόν Αυστραλίας στις κακοδοξίες του, από αυτούς τους «ορώντες» έπαιρναν την ευλογίαν!Μήπως μέχρι σήμερα την αυτήν τακτικήν δεν ακολουθούν οι επίσκοποι και κληρικοί του Νέου, αιρετικούς αποκαλούντες τους παλαιοημερολογίτας, ενώ συγχρόνως αγκαλιάζουν τους πράγματι αιρετικούς παπικούς (και μόνον αυτούς;), θεωρούντες μεγάλη τους τιμή να συλλειτουργήσουν με τον αρχιοικουμενιστήν και λατινόφρονα Βαρθολομαίον,ή μετά του συμπροσευχηθέντος και με πυρολάτρας ακόμη στην Ασσίζη, Μεθόδιον Φούγιαν;


Είναι ποτέ δυνατόν αυτοί οι «ορώντες», που αδιαφορούν για τις ανωτέρω κακοδοξίες ν΄ αποτελούν κριτήριον Ορθοδοξίας; Δεν βλέπεις,ότι είχον γίνει παίγνιον του Πονηρού,αφού τίποτα από τα λεγόμενά τους δεν εναρμονίζεται προς τον Πατερικόν, αντιαιρετικόν λόγον, ενόμενοι αιτία να παραμένουν τόσαι ψυχαί εις την κοινωνίαν της αιρέσεως; Δεν ενθυμείσαι, ότι και εις το παρελθόν μερικοί πράγματι άγιοι ηκολούθησαν εν τη απλότητί τους, την αίρεσιν, χωρίς όμως να τους μιμηθούν στην πορεία τους την ολισθηράν οι τότε φωστήρες της Εκκλησίας, ομολογηταί πατέρες; Αναλογίσου την «ευγένειαν» και «καλωσύνην» των συγχρόνων αιρετικών, Χιλιαστών και Προτεσταντών, Ευαγγελικών, Πεντηκοστιανών κλπ. ιδίως των διδασκάλων των. Γιατί δεν μας συγκινεί καθόλου αυτή τους η «ευγένεια»;Διότι γνωρίζομεν,ότι έχουν σαθρά δόγματα και διδασκαλίας. Κάτι παρόμοιον πρέπει να πράξωμεν και με τους λόγους τών «ορώντων». Εφ΄ όσον έρχονται σε κραυγαλέαν αντίθεσιν προς την σεβασμίαν Παράδοσιν της Ορθοδοξίας, δεν θα πρέπει να δώσωμεν καμμία προσοχή στους λόγους τους. Θα πρέπει να τους βλέπουμε, ως παγίδες προς απώλειαν απλών ψυχών, υπέρ ων Χριστός απέθανε!


Συνεπώς για θέματα πίστεως και ομολογίας, δεν θα πρέπει να εξετάζωμεν, ποίαν οδόν τηρεί ή ετήρησεν ο π. Ιουστίνος ή ο π. Πορφύριος,αλλά, ποία πρέπει να τηρηθή σύμφωνα προς τους Ιερούς Κανόνας. Γι΄ αυτό λέγονται και κανόνες, ώστε να κανονίζωμεν εαυτούς προς τα υπ΄ αυτών εντελλόμενα. Αναφορικώς δε προς τον παλαιοημερολογίτην π. Νεόφυτον, που όπως γράφεις, «ακολουθούσε αυστηρή τακτική έναντι των νεοημερολογιτών και δεν τους εδέχετο εις την εξομολόγησιν, μέχρις, ότου τον επιτίμησεν ο ίδιος ο Κύριος λέγων· «Γιατί διώχνεις τα παιδιά μου;», έχω να παρατηρήσω τα εξής. Με τα ανωτέρω επικροτείς και συ, ότι ο π. Νεόφυτος ήτο εντός της Εκκλησίας, αφού ο ίδιος ο Κύριος τον προτρέπει να δέχεται τα παιδιά Του, και όχι μόνον ο π. Νεόφυτος, αλλά και όλοι, που μιμούνται την εκκλησιαστικήν πορείαν του καλού αυτού πνευματικού!


Για τα ανωτέρω θα μου αντείπεις ασφαλώς: Και που θα πάμε π. Θεοδώρητε; Δεν βλέπεις, πόσες παρατάξεις είναι οι Παλαιοημερολογίται; Συμφωνώ, ότι αι διαιρέσεις των συνιστούν και την «αχίλλειον πτέρνα» των, αλλ΄ ουδόλως δέχομαι ως λογικόν και θεολογικόν επιχείρημα της εν λόγω ένστασίν σου και ιδού διατί: Υποθέσωμεν, ότι δεν υπήρχαν οι παλαιοημερολογίται· τί θα έπρεπε να πράξουν οι νεοημερολογίται; Να κοινωνούν αδιαφόρως και συνεχώς με την κακοδοξίαν, ανεχόμενοι τα πάντα, ως πράττουν σήμερα; Και κάτι άλλο: κατά την γνώμη σου, ΠΟΤΕ θα πρέπει να διακόψουν κοινωνίαν με τους κακοδοξούντας οι νεοημερολογίται κληρικοί και λαϊκοί; ΤΙ ΑΛΛΟ, κατά την κρίσιν σου, πρέπει να πράξουν οι Οικουμενισταί, ώστε οι «συντηρητικοί»,ως αποκαλούνται,επίσκοποι και κληρικοί,να τους αποκηρύξουν; Με προτρέπεις να ερευνήσω και να εύρω κάτι «που θα εναρμονίση μέσα μου την σκέψιν των Πατέρων με την θεοφιλή βιοτήν των «ορώντων». Αδυνατώ να το εύρω! Και τούτο, διότι ο λόγος και η πράξις των αγίων Πατέρων ήσαν της αυτής συχνότητος· εδίδασκον πράττοντες και έπραττον διδάσκοντες.


Των «ορώντων», όμως, που θαυμάζεις, ο λόγος τους βρίσκεται σε τελείαν αντίθεσιν με την διδασκαλίαν των αγίων Πατέρων! Και τούτο, διότι οι άγιοι ετόνιζον, ότι «δεν δυνάμεθα να σωθώμεν, αν έχωμεν βίον ορθόν, αλλ΄ αμελώμεν των ορθών δογμάτων» (Χρυσόστ.ομ.ιγ΄.Γέν.). Μία άλλη, συνεπώς, εναρμόνισις μάς χρειάζεται· η του βίου μας με την αληθεύουσα διδασκαλίαν των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας, εάν θέλωμεν να ανήκωμεν εις Αυτήν, καθόσον «οι της αληθείας, της Εκκλησίας εισίν» κατά τον μέγα Παλαμάν. Οι της αληθείας, λοιπόν, είναι της Εκκλησίας, και όχι οι κοινωνούντες με τα Ρωμέϊκα πατριαρχεία, ως συνεχώς τονίζεται.


 Πρέπει να το μάθουμε όλοι μας, ότι η Εκκλησία έχει μυστικά και μυστηριακά και όχι διοικητικά θεμέλια,

για να μη πάθωμεν αυτό που έπαθαν και οι Δυτικοί, που ακολούθησαν τον πάπα στις πλάνες,

για να μη βρεθούν εκτός Εκκλησίας!

Σου υπενθυμίζω επί τη ευκαιρία, ότι ήδη το πατριαρχείο Αντιοχείας εκοινώνησε με τους αιρετικούς Μονοφυσίτας

 και το γεγονός πέρασε απαρατήρητο!

Εις δε τον Ιερόν Ναόν Ζωοδόχου Πηγής Αθηνών (οδ. Ακαδημίας) λειτουργεί Μονοφυσίτης ιερεύς!

Αυτά δεν ενοχλούν τους επισκόπους του νέου, 

μόνο σπεύδουν να σφραγίσουν τον ιδιωτικόν Ναόν του π. Ανδριανού στην Ζάκυνθον,

διότι ηκολούθησε το πάτριον ημερολόγιον!

Σκέψου τα όλα αυτά, αγαπητέ Νικόλαε,

και προσευχήσου να σε ενισχύση ο Θεός, ν΄ ακολουθήσης την γραμμήν των αγίων Πατέρων μας,

διότι είναι πολύ θλιβερόν, ν΄ αγωνίζεσαι μια ζωή κατά των διαφόρων αιρετικών,

και τελικώς να ευρίσκεσαι σε κοινωνία μετά της «παναιρέσεως» του αιώνος μας,

τον Οικουμενισμόν!



Ένας διάλογος μεταξύ του π. Θεοδωρήτου Μαύρου και του κ. Νικολάου Σωτηροπούλου 
για την αποτείχιση του αειμνήστου,
οσίου Γέροντος Ανδριανού του Σιναίτη
του Γέροντα της Ερήμου.
Αντιγραφή από το ιστολόγιο ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΦΩΝΗ και αναδημοσίευση από το μπλοκ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗ.
Τίτλος, επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF