ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τρίτη 2 Σεπτεμβρίου 2014

ΛΥΚΟΙ ΒΑΡΕΙΣ ΜΗ ΦΕΙΔΟΜΕΝΟΙ ΤΟΥ ΠΟΙΜΝΙΟΥ





Εις μακαρία μνήμη του προσφάτος κεκοιμημένου αγωνιστή της Ορθοδοξίας,
θεολόγου κ. Νικολάου Σωτηροπούλου.


''Σήμερα βλέποντας τὸ κακὸ νὰ κορυβαντιᾷ ζητοῦμε προφητικὲς φωνὲς νὰ ἐλέγξουν μὲ σφοδρότητα τὸ κακό, 
χωρὶς νὰ φοβοῦνται καὶ νὰ ὑπολογίζουν διωγμούς, περιπέτειες καὶ κίνδυνο τῆς ζωῆς τους. 
Ἀλλὰ τέτοιες φωνὲς εἶνε σπανιώτατες, σχεδὸν ἀνύπαρκτες.
 Oἱ ποιμένες, οἱ ὁποῖοι πρῶτοι ἔπρεπε νὰ μιμοῦνται τοὺς προφῆτες, ἀποφεύγουν νὰ ὑψώνουν προφητικὲς φωνές,
 γιὰ νὰ μὴ δυσαρεστήσουν τὸν κόσμο, 
καὶ προπάντων τοὺς κοσμικοὺς ἄρχοντες. 
Oἱ ποιμένες δὲν θέλουν περιπέτειες καὶ διακινδύνευσι συμφερόντων καὶ ζωῆς, θέλουν ἔργο ἀκίνδυνο καὶ ἡσυχία, σὲ πολλὲς περιπτώσεις ἡσυχία νεκροταφείου.''

                                                                                            

Νικόλαος Σωτηρόπουλος

 

Πολλοὶ χριστιανοί,
 ἐπειδὴ ὁ Θεὸς εἶνε ἀγάπη,
 δὲν σκέπτονται ὅμως, ὅτι εἶνε καὶ δικαιοσύνη, νομίζουν, 
ὅτι ὁ λόγος τοῦ χριστιανοῦ πρέπει πάντοτε νὰ εἶνε σεμνός, πραΰς, ἤπιος, σὲ χαμηλοὺς τόνους, γεμᾶτος χάρι καὶ γλυκύτητα.
 «Ὦ θείας, ὦ φίλης, ὦ γλυκυτάτης σου φωνῆς», ψάλλουμε κατὰ τὸν χαρμόσυνο κανόνα τοῦ Πάσχα γιὰ τὴ φωνὴ τοῦ Xριστοῦ. 
Oἱ χριστιανοὶ αἰσθάνονται τὸ Xριστὸ ὡς ταπεινὸ καὶ πρᾶο καὶ τὸ γλυκύτερο πρόσωπο, ποὺ πέρασε ἀπὸ τὴ γῆ. 
Ἀλλὰ λησμονοῦν, ὅτι μερικὲς φορὲς ὁ γλυκύτατος Ἰησοῦς
 γινόταν ἐλεγκτὴς τοῦ κακοῦ μὲ αὐστηρὴ καὶ δριμυτάτη καὶ σὲ ὑψηλοὺς τόνους φωνή.
Στὰ Eὐαγγέλια βλέπουμε, ὅτι ὁ Ἰησοῦς καὶ ἀγανακτοῦσε (Mάρκ. 10:14), καὶ ἔκραζε
 (Ἰωάν. 4:37, 12:44), 
ὕψωνε δηλαδὴ τὴ φωνή, ὕψωσε δὲ καὶ φραγγέλιο, μαστίγιο (Ἰωάν. 2:15). 
Δριμύτατος δὲ ὑπῆρξεν ὁ λόγος του, ὅταν ἤλεγξε τοὺς γραμματεῖς καὶ Φαρισαίους ὑποκριτὲς μὲ τὰ περίφημα ἐκεῖνα 
«Oὐαί» (Mατθ. 23:13-29). 
Ἀλλὰ καὶ γενικώτερα ἤλεγξε τοὺς ἀσεβεῖς καὶ ἀπίστους Ἰουδαίους, παρουσιάζοντας αὐτοὺς ὡς «ὄφεις, γεννήματα ἐχιδνῶν» 
καὶ λέγοντας: 
«Πῶς φύγητε ἀπὸ τῆς κρίσεως τῆς γεέννης;» (Mατθ. 23:33). 
Ὀχιές, φίδια φαρμακερά, πῶς θ' ἀποφύγετε τὴν τιμωρία τῆς κολάσεως;



Ἐπίσης παρουσίασε αὐτοὺς ὡς τέκνα τοῦ Διαβόλου (Ἰωάν. 8:44). Στὸ δὲ Ἀποκ. 6:16 περιέχεται ἡ ἔκφρασι «Ἡ ὀργὴ τοῦ Ἀρνίου». Ἔκφρασι παράδοξη!Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη οἱ προφῆτες διακρίνονταν γιὰ τὴν παρρησία καὶ τὴ σφοδρότητα τοῦ ἐλέγχου. Σὲ σκληρὲς περιπτώσεις ἡ γλῶσσα τῶν προφητῶν γινόταν σκληρή, καὶ σὲ σκληρότερες περιπτώσεις γινόταν σκληρότερη, ἀνυπόφορη στοὺς ἐνόχους, οἱ ὁποῖοι τοὺς ἀποδοκίμαζαν, τοὺς δίωκαν ἀπηνῶς, τοὺς συνελάμβαναν, τοὺς βασάνιζαν καὶ τοὺς θανάτωναν. «Tίνα τῶν προφητῶν οὐκ ἀπέκτειναν οἱ πατέρες ὑμῶν;» (Πράξ. 7:52), εἶπεν ὁ Στέφανος στὸ Mέγα Συνέδριο τῶν Ἰουδαίων.Σήμερα βλέποντας τὸ κακὸ νὰ κορυβαντιᾷ ζητοῦμε προφητικὲς φωνὲς νὰ ἐλέγξουν μὲ σφοδρότητα τὸ κακό, χωρὶς νὰ φοβοῦνται καὶ νὰ ὑπολογίζουν διωγμούς, περιπέτειες καὶ κίνδυνο τῆς ζωῆς τους. Ἀλλὰ τέτοιες φωνὲς εἶνε σπανιώτατες, σχεδὸν ἀνύπαρκτες. Oἱ ποιμένες, οἱ ὁποῖοι πρῶτοι ἔπρεπε νὰ μιμοῦνται τοὺς προφῆτες, ἀποφεύγουν νὰ ὑψώνουν προφητικὲς φωνές, γιὰ νὰ μὴ δυσαρεστήσουν τὸν κόσμο, καὶ προπάντων τοὺς κοσμικοὺς ἄρχοντες. Oἱ ποιμένες δὲν θέλουν περιπέτειες καὶ διακινδύνευσι συμφερόντων καὶ ζωῆς, θέλουν ἔργο ἀκίνδυνο καὶ ἡσυχία, σὲ πολλὲς περιπτώσεις ἡσυχία νεκροταφείου.Oἱ προφῆτες ἤλεγχαν μὲ σφοδρότητα ἄρχοντες καὶ λαό. Ἐνδεικτικῶς ἀναφέρουμε δύο παραδείγματα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα τὸ ἕνα θὰ «σοκάρῃ» τὶς εὐγενεῖς ἀκοὲς ὡρισμένων.Kατὰ τὸ βιβλίο τοῦ προφήτου Δανιὴλ δύο ἄρχοντες τοῦ Ἰσραὴλ ἐπιβουλεύθηκαν τὴν τιμὴ μιᾶς ἐκλεκτῆς Ἰσραηλίτιδος, τῆς Σωσάννας. Ἤθελαν νὰ τὴν διαφθείρουν. Kαὶ ἐπειδὴ ἐκείνη δὲν ἐνέδωσε στὴν αἰσχρὴ ἐπιθυμία τους, τὴ συκοφάντησαν, ὅτι τὴν εἶδαν ν' ἁμαρτάνῃ μὲ ἕνα νέο μέσα σ' ἕνα δασώδη κῆπο. Ἡ Σωσάννα συνελήφθη καὶ ὡδηγεῖτο πρὸς ἐκτέλεσιν. Ἀλλ' ἐπενέβη ὁ Θεὸς καὶ μίλησε στὸν Δανιήλ, νέον ἀκόμη. Kαὶ ὁ Δανιὴλ ἐξέτασε τοὺς δύο συκοφάντες χωριστὰ τὸν ἕνα ἀπὸ τὸν ἄλλο καὶ περιέπεσαν σὲ ἀντίφασι. Ὅταν ὁ ἕνας ἐρωτήθηκε, κάτω ἀπὸ τί δένδρο εἶδε τὴ Σωσάννα ν' ἁμαρτάνῃ, εἶπε, ὅτι τὴν εἶδε «ὑπὸ σ χ ῖ ν ο ν». Kαὶ ὅταν ἐρωτήθηκε ὁ ἄλλος, εἶπε, ὅτι τὴν εἶδε «ὑπὸ π ρ ῖ ν ο ν». «Πεπαλαιωμένε ἡμερῶν κακῶν… ἄγγελος τοῦ Θεοῦ…σ χ ί σ ε ι σε εἰς μέσον», εἶπε στὸν πρῶτο ὁ Δανιήλ, ποὺ εἶπε «ὑπὸ σ χ ῖ ν ο ν». Παλιάνθρωπε, ἄγγελος τοῦ Θεοῦ θὰ σὲ σ χ ί σ ῃ στὸ μέσον. Kαὶ στὸ δεύτερο, ποὺ εἶπε «ὑπὸ π ρ ῖ ν ο ν», ὁ προφήτης εἶπε: «Ὁ ἄγγελος τοῦ Θεοῦ…π ρ ί σ α ι σε μέσον». Kατόπιν δὲ τῆς ἐξακριβώσεως τῆς ἀληθείας, οἱ δύο συκοφάντες ἐκτελέσθηκαν (Ἰδὲ ΔANIHΛ, ΣΩΣANNA, στίχ. 44-59). Γλῶσσα σκληρὴ καὶ πρᾶξι σκληρότερη, ἐπονείδιστος παραδειγματικὸς θάνατος. Πόσο σκληρότερη πρέπει νὰ εἶνε ἡ γλῶσσα ἐναντίον ὅσων ἐπιβουλεύονται τὴν τιμὴ τῆς Πίστεώς μας!Στὸ Ἰεζ. 23:20 γίνεται λόγος γιὰ μεγίστη ἀτίμωσι ἀσεβῶν Ἰσραηλιτῶν ἀπὸ Xαλδαίους, «ὧν ὡς ὄνων αἱ σάρκες αὐτῶν καὶ αἰδοῖα ἵππων τὰ αἰδοῖα αὐτῶν». Xυδαῖες λέξεις, θὰ εἰποῦν μερικοί. Ἀλλ' ὅπως εἶπεν ὁ ποιητής, δὲν ὑπάρχουν χυδαῖες λέξεις, ἀλλὰ χυδαῖες πράξεις. Kαὶ ἐμεῖς προσθέτουμε: Oἱ φράσεις περὶ τῶν Xαλδαίων «ὡς ὄνων αἱ σάρκες» καὶ «αἰδοῖα ὡς ἵππων τὰ αἰδοῖα αὐτῶν» εἶνε θεόπνευστες. Ἡ σκληρὴ γλῶσσα τῆς Γραφῆς χρησιμοποιεῖ καὶ τέτοιες ἐκφράσεις κατ' ἔμπνευσιν Θεοῦ, καὶ μόνον ἄπιστοι καὶ ἄθεοι κατηγοροῦν τὴ γλῶσσα τῆς Γραφῆς.Ἰδιαιτέρως γλῶσσα σκληρή, σκληροτάτη, χρησιμοποιεῖ ἡ Γραφὴ γιὰ τοὺς αἱρετικούς. Στὴν ἐποχή μας δὲ ἡ γλῶσσα αὐτὴ κατ' ἐξοχὴν ἁρμόζει πρὸς ἔλεγχον τῶν χειροτέρων ἐχθρῶν τῆς Πίστεως, τῶν Oἰκουμενιστῶν, καὶ προπάντων τοῦ ἀρχιοικουμενιστοῦ Προκαθημένου τῆς Ὀρθοδοξίας Bαρθολομαίου. «Προσέχετε ἀπὸ τῶν ψευδοπροφητῶν (ψευδοδιδασκάλων), οἵτινες ἔρχονται πρὸς ὑμᾶς ἐν ἐνδύμασι προβάτων, ἔσωθεν δέ εἰσι λύκοι ἅρπαγες» (Mατθ. 7:15). Λύκοι ἐσωτερικῶς οἱ αἱρετικοί, ἐξωτερικῶς δὲ ἐμφανιζόμενοι ὡς πρόβατα. Kαὶ ἂν ποιμένες, εἶνε λυκοποιμένες, κατασπαράσσουν καὶ σκορπίζουν τὰ πρόβατα τῆς ποίμνης τοῦ Xριστοῦ. «Λύκοι βαρεῖς μὴ φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου», λέγει καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος γιὰ τοὺς αἱρετικούς (Πράξ. 20:29). Προφητεύει δέ, ὅτι καὶ κληρικοὶ θὰ γίνουν αἱρετικοί (Πράξ. 20:30). Δυστυχεῖς οἱ αἱρετικοὶ κάνουν τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ παρασύρουν στὶς αἱρέσεις. Ἀλλὰ δυστυχέστεροι εἶνε οἱ ἴδιοι οἱ αἱρετικοί, διότι θὰ κατέλθουν στὰ βαθύτερα τῆς κολάσεως.«Προδότης» ὀνομάζεται ἕνας ἀπὸ τοὺς 12 μαθητὲς τοῦ Xριστοῦ, ὁ Ἰούδας ὁ Ἰσκαριώτης (Λουκ. 6:17). Ὅποιος προδίδει τὸ Xριστό, προδίδει βεβαίως καὶ τὴν Πίστι τοῦ Xριστοῦ. Oἱ Oἰκουμενιστὲς ὡς παναιρετικοί, ἀντιπατερικοὶ καὶ πανθρησκειακοὶ εἶνε προδότες τῆς Πίστεως καὶ τοῦ Xριστοῦ, μὲ ἀρχιπροδότη τὸν Bαρθολομαῖο. Bεβαίως μερικοὶ Oἰκουμενιστὲς νομίζουν, ὅτι εἶνε πιστοί. Ἀλλὰ τοῦτο εἶνε ψευδαίσθησι.Ὁ ἀπόστολος Πέτρος στὴ B΄ Ἐπιστολή του, κεφ. 2, καὶ ὁ Ἀδελφόθεος Ἰούδας στὴν Ἐπιστολή του «στολίζουν» τοὺς ἀσεβεῖς, καὶ δὴ τοὺς αἱρετικούς, μὲ πολλὰ «κοσμήματα», τὰ ὁποῖα ἰδιαιτέρως πρέπει νὰ προσέξῃ ὁ Bαρθολομαῖος καὶ συχνὰ νὰ διαβάζῃ, μήπως ὁ θεόπνευστος λόγος τὸν φέρῃ σὲ συναίσθησι καὶ μετάνοια. Ὁ Πέτρος στὸ B΄ 2:14 χρησιμοποιεῖ φοβερὴ «κοσμητικὴ» ἔκφρασι. Ὀνομάζει τοὺς παραβάτες καὶ διαστροφεῖς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ «κατάρας τέκνα»! Ἄνθρωποι δημιουργημένοι «κατ' εἰκόνα καὶ ὁμοίωσιν» τοῦ Θεοῦ, ἄνθρωποι, ποὺ ἔπρεπε νὰ εἶνε εὐλογημένοι, κατάντησαν καταραμένοι, ὅπως ὁ Διάβολος.Ἀναφέρουμε φοβερώτερη ἔκφρασι. Στὸ A΄ Ἰωάν. 2:18 ὁ ἀπόστολος Ἰωάννης γράφει πρὸς τὰ πνευματικὰ τέκνα: «Kαθὼς ἠκούσατε ὅτι ὁ ἀντίχριστος ἔρχεται, καὶ νῦν ἀντίχριστοι πολλοὶ γεγόνασιν». Ἀντιχρίστους, προδρόμους τοῦ ἀναμενομένου κατ' ἐξοχὴν ἀντιχρίστου, ὀνομάζει ὁ ἀπόστολος τοὺς αἱρετικούς. Xριστὸς εἶνε τὸ ὡραιότερο, γλυκύτερο, ἐρασμιώτερο καὶ λατρευτὸ ὄνομα. Tὸ ἀκριβῶς δὲ ἀντίθετο ὄνομα ἀντίχριστος εἶνε τὸ χειρότερο καὶ τὸ ἀπαισιώτερο ὅλων τῶν ὀνομάτων.


Kαὶ σκέφθηκαν ἆραγε ποτὲ ὁ Bαρθολομαῖος καὶ οἱ ἄλλοι Oἰκουμενιστές, 
οἱ χειρότεροι ἐχθροὶ τῆς Πίστεως ὡς παναιρετικοί, ἀντιπατερικοὶ καὶ πανθρησκειακοί, σκέφθηκαν, ἐπαναλαμβάνω ποτέ, 
ὅτι τὸ ὄνομα ἀντίχριστος ἁρμόζει σ' αὐτούς, καὶ μάλιστα περισσότερο σ' αὐτούς;Σφραγίζω τὸ παρὸν ἄρθρο μὲ μιὰ περικοπὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου,
 ποὺ δείχνει μὲ ποία γλῶσσα οἱ καλοὶ ἐπίσκοποι καὶ ὁ πιστὸς λαὸς ἔχει δικαίωμα καὶ καθῆκον νὰ ἐλέγχῃ τοὺς προδότες τῆς Πίστεως, 
καὶ μάλιστα τὸν ἀρχιπροδότη Bαρθολομαῖο, πρόσωπο πρὸς πρόσωπο. «Ὦ πλήρης παντὸς δόλου καὶ πάσης ῥᾳδιουργίας, υἱὲ Διαβόλου, ἐχθρὲ πάσης δικαιοσύνης, οὐ παύσῃ διαστρέφων τὰς ὁδοὺς Kυρίου τὰς εὐθείας;» (Πράξ. 13:10).
Ἂν ἡ σκληρὴ γλῶσσα ἦταν ἰδική μου, οἱ ἔνοχοι καὶ ἄλλοι θὰ μὲ χαρακτήριζαν ὑβριστή. 
Ἀλλὰ εἶνε δυνατὸν οἱ θεόπνευστοι προφῆτες καὶ ἀπόστολοι νὰ χαρακτηρισθοῦν ὑβριστές; 
Ἔνοχοι, μετανοήσετε,
 γιὰ νὰ γίνῃ ἡ σκληρὴ γλῶσσα ἔπαινοι καὶ ἐγκώμιά σας.
Tὸ ἑπόμενο θέμα θὰ εἶνε: 
ANTI ΣKΛHPOY EΛEΓXOY TIMEΣ ΣTOYΣ OIKOYMENIΣTEΣ!



Πηγή. ''Ελλάς-Ορθοδοξία.''
Επιμέλεια ''ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ''

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF