ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ


«Ο Παντοκράτορας κρατά στο Χέρι Του την βραδυνή Θυσία»

Η νύχτα αγκαλιάζει προσευχόμενες ψυχές σαν βρεφικό νανούρισμα. Στο μικρό καθολικό, οι γέροντες ξαπλωμένοι στο έδαφος, παραδομένοι στην εικόνα του Νυμφίου αποκαθηλώνουν ικετευτικά τους συγγνωστούς τους λογισμούς. Απόκοσμες εικόνες στο μικρό εκκλησάκι αναπνέουν μέσα από την θυμιασμένη ομίχλη των παρακλητικών τους λόγων. M' ένα τρακοσάρι κομποσκοίνι μετρούν ανάποδα τις μέρες, φτάνοντας ως την γέννησή τους. Ο παππά Διονύσης με αφημένο βλέμμα στην γη που περιμένει, σκύβει το κεφάλι στην ανατολή της μετανοίας του. Τί κόσμος τούτος Θεέ μου! Βαστάζουμε στις χούφτες μας τη Μάννα Ορθοδοξία και δεν θωρούμε το απροσμέτρητο κάλλος της και την ενδόμυχη υπόστασή της. Όταν τρίζουν τα θολά τζάμια από τα σιδερένια παραθύρια, νομίζεις, πως χοροί αγίων ήλθαν για να συνεκκλησιαστούν με τους χοικούς, ταμένους αδελφούς τους. Ο πολυέλαιος γυρνοφέρνει κυκλικά απ' τον καπνισμένο τρούλλο, ο Παντοκράτορας κρατάει στο χέρι του την βραδυνή θυσία, αίνοι και ύμνοι γίνονται δώρα ευχαριστιακά στα πόδια του Θεού μας. Κι όταν τελειώνει η ακολουθία, σκυμμένα πρόσωπα προσμετρούν μ' ένα Κύριε ελέησον, τα ανεβαίνοντα βήματά τους. Μακρύς ακόμα ο δρόμος της σταυρικής θυσίας. Ταιριάζει σε ορθοδόξους, να βλέπουν από μακριά τον σταυρό, που θα κρεμάσουν πάνω του τ' απόκοσμα όνειρά τους. Ποθούμε Χριστό, Αυτόν, Εσταυρωμένο, εξαντλούμε τους ονειρεμένους πόθους μας στο κοινό ποτήριο, ακροβατούμε την θωριά μας ανάμεσα στην πτώση και την έγερση. Τελούμε πνευματικά « ανάπηροι» στο μακαρισμό του εξαρτημένου Εγώ μας, αναζητούμε την χαμένη αρτιμέλεια της υποστελλόμενης ψυχής μας, ανυπακούουμε στην υποκριτική στάση ζωής. Ο Χριστός δεν είναι αφηρημένη έννοια, είναι η Οδός και η Αλήθεια, η Αγάπη κι η Ζωή, το προσδοκώμενο όνειρο της αναστάσιμης ελπίδας. Έχουμε Εκκλησία να κλάψουμε τους δρόμους που δεν διαβήκαμε, κατέχουμε αγίους να κρεμάσουμε την απόμακρη ματιά μας, μια Παναγιά να πνίξουμε στον κόρφο της την εαλωμένη αθωότητα της παιδικής αμεριμνησίας μας, κι αγγέλους τόσους, όσα είναι αυτά που χάσαμε, όσα είναι αυτά που ελπίζουμε, όσα είναι αυτά, που ίσως έρθουνε μια μέρα! Μπουσουλάμε γογγύζοντας στους εφάμαρτους δρόμους της υποκριτικής ζωής μας, έρπουμε γλοιωδώς στην λάσπη, που εωσφορικώς βαπτίσαμε πολιτισμένη κοινωνία! Επιτέλους να πάψουν αυτοί οι διαρκείς κύκλοι γύρω απ' τον ειδωλολάτρη εαυτό μας, το μεγαλείο του χριστιανού αναπαύεται στον προσευχητικό ξεσηκωμό και την ταπεινή μεγαλοσύνη. Η αγάπη μας είναι η σταυρική θυσία του εγώ μας στην εγωϊκότητα των άλλων. Ο σταυρός μας είναι τα ζυγιστικά του Πατρός που σβήνουν με γομολάστιχα τις μεγαλεπίβολες, θηριώδεις αμαρτίες μας κι η ελπίδα μας φοράει τα καλά της μπροστά στο αιματοβαμμένο δισκοπότηρο του αμνοικού Ιησού μας. Τα βράδια αιωρούνται χαροποιά στα γράμματα της αγιοπνευματικής Αλφαβήτας, ζωγραφίζουν την Πίστη ως έκθαμβο, αγιοπρεπές θήλυ, που ίσταται σε συννεφοσκεπούσα ομίχλη, πάνω από τα μικροκαμωμένα σπίτια των ανθρώπων. Πορφυροφορούσα κόρη, που χάσκει με χαμόγελο και κορομηλένια μάγουλα, που ροδοκοκκινίζουν στην παρακλητική αγάπη των πιστών. Η Πίστη είναι αναγεννητικό επίθεμα στις πληγές της αμαρτίας, δροσερή ανάσα στην πνευματική άπνοια των φιλόνικων ανθρώπων, σουλατσάρει σε χλοερούς, φρεσκοσκαμμένους κήπους και περιβόλια που μεθούν στην αρχοντιά των λουλουδιών. Βαστάει στα χέρια της τα εύοσμα βασιλικά των Χριστοφόρων λόγων, λούζεται μακάρια στην μετάνοια ενός αλλόφρονα, που ανακαλύπτει πάνω της τον μυρίπνοο Παράδεισο της συστελλόμενης ψυχής. Η Πίστη Θε μου είναι τα χρυσαφένια στάρια του χωριού, που μικρά, βάζαμε τρεχάλα ανάμεσα στα ξεραμένα στάχυα και τ' αγκάθια του αγρού, το ανταριασμένο βουϊτό από τους μεγαλοδύναμους ήχους των ελάτων, που στέκονταν πάντα όρθια. Νοικοκύρηδες, φρεσκοπλυμένοι χωρικοί, που τις Κυριακές έπαιρναν τα δύσβατα μονοπάτια για την εκκλησιά των Παμμεγίστων Ταξιαρχών! Βλέπαμε την Πίστη να σιγοντάρει στο αναλόγιο, εκείνον τον ταπεινό, ολιγογράμματο ιερέα, που έβγαινε στον άμβωνα για να μοιράσει τ' αντίδωρα κρίνα της ανυπέρβλητης αγάπης. Ύστερα βοηθούσε στα χωράφια την μαυροφορεμένη χήρα, που πριν να σπείρει τον καρπό στα σκαλισμένα αυλάκια, σταύρωνε με το χέρι της το αγιασμένο χώμα, ράντιζε με αγιασμό εκείνον τον πολύχρωμο, ταιριαστό μπαχτσέ με τις ντάλιες, τους κατιφέδες και τους κρίνους. Η Πίστη πάλι κατοικεί στα αδύναμα σπίτια των φτωχών, κάθεται στο τραπέζι με τα αλάδωτα ρεβίθια, τις ελιές και το αχνισμένο, ζυμωτό ψωμί, χορταίνει τα στόματα με μοσχοθυμιασμένες ευλογίες και απόκοσμες παραινέσεις της ερήμου. Σκάει χαμόγελο στην βρεφική αγνότητα Χριστούλιδων μικρών! Η Πίστη δεν λέει ψέμματα στα χείλη των παιδιών, παίζει κυνηγητό με την ταπείνωση και κρυφτό με την ντροπή. Στέκει προσευχητικά μετέωρη σε νηπιακούς ασπασμούς, σε ανυπόκριτες, παιδικές προσευχές. Είναι το θεϊκό αντίδοτο στο διάβα μιας φουσκοθαλασσιάς ζωής, το υπέρμαχο δοξάρι στην ηδύχοη πνοή του ουρανού, η υπογραφή του Θεού στην μετάνοια του πιστού. Μακάριοι αυτοί που την βρήκαν να τους περιμένει με το πρωϊνό ξύπνημα της αυγής και την εσπερινή δύση του ηλίου! (Φθινόπωρο 2013) Γιώργος Δ. Δημακόπουλος Δημοσιογράφος





Ιστολόγιο «ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ»

Έτος: 11ο (2013 - 2024)

Δημοσιογραφικό Εργαστήρι Ορθόδοξης Μαρτυρίας και Ομολογιακής Κατάθεσης

Διαχειριστής:

Γιώργος Δ. Δημακόπουλος

Δημοσιογράφος

Icon by Serhei Vandalovskiy, icon - painter, Ukraine



«Απάνου απ' το κρεββάτι μου βαθειά παρηγοριά μου / Καρφώνω την εικόνα Σου, και τώρα η κάμαρά μου. / Είναι και μνήμα θλιβερό και χαρωπή εκκλησία / Σκοτάδι η θλίψι μου σκορπά και λάμψιν η θρησκεία».



Κωστής Παλαμάς


Drop Down MenusCSS Drop Down MenuPure CSS Dropdown Menu

Τρίτη 1 Απριλίου 2014

ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΑ ΣΙΔΕΡΑ ΤΗΣ ΦΥΛΑΚΗΣ


 


Ο γέροντας Αρσένιος Παπατσιόκ γεννήθηκε στις 15 Αυγούστου 1914 στην Γιαλόμιτσα.
Τον Ιανουάριο του 1947
 έγινε δεκτός ως δόκιμος στην μονή Κόζια,
ενώ τον Ιανουάριο του 1949 πήγε στην Σιχαστρία 
όπου ηγούμενος ήταν ο γέροντας Κλεόπας Ιλίε.
Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους τον έστειλαν στη Μονή Κόζια όπου και εκάρη μοναχός,έχοντας ως πνευματικό ανάδοχο τον γέροντα Πετρώνιο Τανάσε
(νυν ηγούμενος της Σκήτης Τιμίου Προδρόμου -Αγίου Όρους).
Το 1950
 μετά από επιθυμία του πατριάρχη Ιουστινιανού 
ο οποίος ήθελε να μετατρέψει τη μονή σε λαύρα του ρουμανικού μοναχισμού,
στάλθηκε στη Μονή Σλάτινα.
Στις 26 Σεπτεμβρίου 1950 χειροτονήθηκε ιερέας και για 8 χρόνια ήταν υποτακτικός του γέροντα Κλεόπα Ιλίε.
Την 14η Ιουνίου 1958 συνελήφθη από τους κομμουνιστές και καταδικάστηκε σε 20ετή κάθειρξη περνώντας από τις πιο σκληρές φυλακές.
Από το 1976 ήταν πνευματικός στη Μονή της Υπεραγίας Θεοτόκου στο Τερκιγκιόλ-Κονστάντσα.
Εκοιμήθη την 21 Ιουλίου 2011

 

 

 Ήταν βράδυ. 

Η παράγκα είχε κλειδωθεί. 

Έξω ο άνεμος φύσαγε άγριος και το χιόνι είχε καλύψει τα παράθυρα. 

Μέσα η ατμόσφαιρα ήταν υγρή και αποπνικτική, ωστόσο ζεστή.

 Τα χαμηλωμένα φώτα δημιουργούσαν ένα μελαγχολικό μισοσκόταδο,

 πού έκανε πιο βαρύ το αίσθημα της μοναξιάς, πιο καταθλιπτικό το σκοτάδι της ψυχής.

 Κάποιες μικροπαρέες συζητούσαν χαμηλόφωνα. 

Μερικοί παίζανε στο ντόμινο ή στα χαρτιά το αυριανό τους συσσίτιο. Και οι περισσότεροι προσπαθούσαν ν' αποκοιμηθούν, μάταια όμως, 

αφού δεν τους άφηναν μήτε των άλλων οι φωνές μήτε οι δικοί τους λογισμοί. 

Λίγο πιο πέρα άπ' το κρεβάτι του π. Αρσενίου, 

γύρω από έναν ξαπλωμένο κρατούμενο, μαζεύτηκαν πέντ'-έξι άτομα.

 Και σε λίγα λεπτά φούντωσε η λογομαχία. 

Το θέμα, βλέπετε, ήταν καυτό: 

οι κρατούμενοι και η κρατική εξουσία. 

Μέσα σ' ένα τέταρτο της ώρας είχαν συγκεντρωθεί είκοσι άνθρωποι, 

ανάμεσά τους παλαιά στελέχη του Κόμματος, 

διανοούμενοι, επαγγελματίες, οπαδοί του Βλάσσωφ. 

Τα αίματα άναψαν.

 

 


Ο στρατηγός Βλάσσωφ, ο «Κουΐσλινγκ της Ρωσίας», συνεργάστηκε στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου με τους Γερμανούς, επικαλούμενος «τα δεινά του κομμουνισμού» και ιδιαίτερα τις τρομοκρατικές μεθόδους του Στάλιν. - Γιατί μας φυλάκισαν; Χωρίς λόγο! Που είναι η δικαιοσύνη; Όλοι τους πρέπει να τουφεκιστούν! Τα πρόσωπα ήταν εξαγριωμένα, τα νεύρα τεντωμένα, τα λόγια ανεξέλεγκτα. Μόνο τρεις-τέσσερις πρώην κομματικοί - αδιόρθωτα ρομαντικοί ιδεολόγοι - προσπαθούσαν ν' αποδείξουν στους άλλους, ότι τα συνταρακτικά γεγονότα που ζούσαν, οφείλονταν σε ένα τραγικό λάθος· ότι αργά ή γρήγορα δλα θα τακτοποιούνταν ότι οι συλλήψεις και οι εκκαθαρίσεις οφείλονταν σε πλεκτάνες παρασιτικών στοιχείων ότι ό Στάλιν δεν ήταν υπεύθυνος για όλα αυτά. αλλά είχε εξαπατηθεί. - Εξαπατηθεί, Μα έχουν φυλακίσει τη μισή Ρωσία! Εδώ έχουμε οργανωμένο σχέδιο εξαφανίσεως των ηγετικών στελεχών, διαμαρτυρήθηκε κάποιος. - Ό Στάλιν τα ξέρει όλα! Με δικές του εντολές γίνονται! πρόσθεσε ένας άλλος. Πιο οργισμένος απ' όλους ήταν ένας κρατούμενος πού είχε καταδικαστεί για αντισοβιετική προπαγάνδα και απόπειρα δολοφονίας του Στάλιν. Το πρόσωπό του είχε παραμορφωθεί, η φωνή του έτρεμε, τα μάτια του γυάλιζαν. Οι οπαδοί του Βλάσσωφ, πάλι, έβριζαν και απειλούσαν και βρυχιόντουσαν σαν τα θηρία στο κλουβί. - Να τα ξεκάνουμε, να τα κρεμάσουμε, να τ' αφανίσουμε τα καθάρματα του Κόμματος! ,.. Ένας απ' αυτούς πιάστηκε στα χέρια με τον πρώην γραμματέα μιας κομματικής επιτροπής του Λένινγκραντ, μαχητικό μπολσεβίκο από την επανάσταση του 1917, πού είχε πέσει σε δυσμένεια και είχε καταλήξει στο Ειδικό. - Προδότη! φώναζε ό μπολσεβίκος στο δοσίλογο. Έπρεπε να σε είχαν τουφεκίσει για τη συνεργασία σου με τους Γερμαναράδες, κι εσύ ακόμα ζεις! - Τί να σου κάνω, δεν έπεσες στα χέρια μου! απαντούσε ο άλλος. Θα σε κρέμαγα! Θα σ' έλιωνα! Δεκάδες σαν κι εσένα ξεπάστρεψα, γι' αυτό μ' έστειλαν εδώ. Να όμως πού κι εσύ, ενώ τόσα χρόνια τους έγλειφες, ψοφάς εδώ μαζί μου σαν προδότης! -Εγώ προδότης; Εγώ ρε; Εγώ πού στήριξα τη σοβιετική εξουσία;... -Τί "εγώ" κι "εγώ" μου κοπανάς; Είσαι ή δεν είσαι φυλακισμένος σαν προδότης; Αυτό έχει σημασία. Να τη χαίρεσαι, λοιπόν, την εξουσία σου! Μερικοί γελούσαν, μα η ατμόσφαιρα ήταν ηλεκτρισμένη. - Γκρεμίσατε τις εκκλησιές! Ποδοπατήσατε την πίστη! πέταξε κάποιος στον μπολσεβίκο. Τότε ένας άλλος από τους συγκεντρωμένους, βλέποντας τον π. Αρσένιο να κάθεται στο κρεβάτι του, φώναξε; - Έ, Πέτρε Άντρέγιεβιτς! Πες μας τη γνώμη σου για τη σχέση εξουσίας και Εκκλησίας. Ο π. Αρσένιος δεν αποκρίθηκε. Πετάχτηκαν όμως δυο παλληκαράδες από την παρέα καί τον έφεραν σχεδόν σηκωτό ανάμεσα στους άλλους. Ο μπολσεβίκος αμέσως σώπασε. Είχε φιλικές σχέσεις με τον π. Αρσένιο και ήξερε τί είχε τραβήξει στίς φυλακές καί τα στρατόπεδα. Όλοι περίμεναν πώς ο παππούλης θα ήταν καταπέλτης για τη σοβιετική εξουσία· όλοι, και πρώτος ο Ζιτλόφσκυ. Ο Αρκάδιος Συμεώνοβιτς Ζιτλόφσκυ στο παρελθόν ήταν δημοσιογράφος, στη συνέχεια ανέλαβε τη διοίκηση μονάδας του Κόκκινου στρατού, και τέλος αναδείχθηκε σε ηγετικό στέλεχος του στρατού των δοσιλόγων. Άνθρωπος σκληρός αλλά και ικανός, ασκούσε μεγάλη επιρροή σ' όλους τους κρατούμενους οπαδούς του Βλάσσωφ. Αυτοί αποτελούσαν ξεχωριστή ομάδα μέσα στο στρατόπεδο, πού δεν είχε σχέσεις με καμιάν άλλη. Τίποτα και κανένα δεν φοβόντουσαν. Το τέλος τους το γνώριζαν. Φανατικοί αντίκομμουνιστές, είχαν αποφασίσει να πεθάνουν για την ιδεολογία τους. - Έλα, παππούλη, βγάλ' τα όλα στη φόρα! Μετά από μικρή σιωπή, ο π. Αρσένιος είπε ήρεμα: -Πολύ έντονη αντίθεση έχει δημιουργηθεί ανάμεσά σας. Έντονη και μισάδελφη. Είναι δύσκολη, βαρειά, αφόρητη η ζωή μέσα στο στρατόπεδο. Γνωρίζουμε που θα καταλήξουμε. Γι' αυτό έχουμε γίνει τόσο σκληροί. Όλα μπορούμε, αν θέλουμε, να τα εξηγήσουμε και να τα δικαιολογήσουμε. Σε καμιά περίπτωση δεν έχουμε το δικαίωμα να κακοποιούμε και να σφάζουμε. "Σάς άκουσα να κατηγορείτε την εξουσία, το σύστημα, τους ανθρώπους. Κι εμένα με κουβαλήσατε εδώ μόνο και μόνο για να βρείτε έναν σύμμαχο, πού θα σας βοηθήσει να ενοχοποιήσετε την άλλη πλευρά. Λέτε, λοιπόν, πώς ο κομμουνισμός γκρέμισε εκκλησίες, φυλάκισε πιστούς, πολέμησε την Εκκλησία. Ναι, έτσι είναι. Ας εξετάσουμε όμως τα πράγματα συνολικότερα και βαθύτερα. Ας ανατρέξουμε σε όσα προηγήθηκαν. Πολύ πρωτύτερα ο λαός μας είχε χάσει την πίστη του, είχε περιφρονήσει την παράδοσή του, είχε λησμονήσει την ιστορία του, είχε αρνηθεί τα ιερά και τα όσιά του. Ποιος φταίει γιαυτό; Η τωρινή εξουσία; Εμείς φταίμε! Και τώρα θερίζουμε ό,τι σπείραμε... "Ας θυμηθούμε, τι παράδειγμα έδιναν στο λαό οι διανοούμενοι, οι ευγενείς, οι έμποροι, οι δημόσιοι υπάλληλοι· και προπαντός, τί παράδειγμα δίναμε εμείς, οι κληρικοί. Ήμασταν οι χειρότεροι άπ' όλους! Γι' αυτό και των παπάδων τα παιδιά, βλέποντας μέσα στις οικογένειές τους την ανηθικότητα και τη φιλοχρηματία, γίνονταν οι πιο φανατικοί άθεοι, οι πιο μαχητικοί επαναστάτες. Πολύ πρίν από την επανάσταση του 1917 ο κλήρος είχε χάσει κάθε δυνατότητα καθοδηγήσεως του λάου. Είχε γίνει -- αλίμονο! -- μια κάστα επαγγελματιών, όπου βασίλευαν η απιστία καί η διαφθορά. Από το πλήθος των μοναστηριών της πατρίδας μας, μόνο πεντ'-έξι ήταν φωτεινοί φάροι του χριστιανισμού και του πνεύματος: το Βάλαμο, η Όπτινα με τους μεγάλους στάρτσι, το Ντιβέγιεβο, το Σάρωφ καί ίσως ενα-δύο ακόμα. Στα υπόλοιπα όχι μόνο την πίστη και την αρετή δεν συναντούσε κανείς, αλλά και σκανδαλιζόταν από το κοσμικό φρόνημα και την ανόητη επιδεικτικότητα. "Τι μπορούσε να πάρει ο λαός από τέτοιους ρασοφόρους, από τέτοιους δήθεν εκπροσώπους του Θεού; Εμείς τον σπρώξαμε στην επανάσταση, γιατί δεν του δώσαμε το καλό παράδειγμα. Δεν του εμπνεύσαμε την πίστη, την αγάπη, την υπομονή, την ταπείνωση. Μην τα ξεχνάτε όλα αυτά, μην τα ξεχνάτε! Γι' αυτό μας εγκατέλειψε τόσο εύκολα ο λαός.Γι' αυτό αρνήθηκε μαζί μ' εμάς και το Θεό. Γι' αυτό γκρέμισε τις εκκλησιές. " Δεν μπορώ, λοιπόν, να κατηγορήσω την εξουσία, το σημερινό καθεστώς. Γιατί οι σπόροι της αθεΐας έπεσαν τότε στο έδαφος πού εμείς οι ίδιοι είχαμε προετοιμάσει με τα λάθη μας και τον ξεπεσμό μας. Αυτή ήταν η αιτία και η αρχή του κακού. Όλα όσα ακολούθησαν, ακόμα και τούτο το στρατόπεδο και το μαρτύριο μας καί οι άσκοπες θυσίες τόσων αθώων ανθρώπων, δεν είναι παρά οι αναπόφευκτες συνέπειες. Φοβερά, βέβαια, όσα συμβαίνουν, αλλά, σαν πατριώτης και ιερέας, πρέπει να πω και σ' εσάς ό,τι έλεγα πάντα στα πνευματικά μου παιδιά: Την πατρίδα μας, σ' όποια κατάσταση κι αν βρίσκεται, πρέπει να την αγαπάμε, να την υποστηρίζουμε, να την υπερασπιζόμαστε. Τα σημερινά δεινά θα περάσουν. Όλα κάποτε θα διορθωθούν...-Χαριτωμένος είσαι, παππούλη, σφύριξε με σφιγμένα δόντια ο Ζιτλόφσκυ. Λυντσάρισμα σου χρειάζεται γι αυτό το σιχαμερό κήρυγμα! Μας κάνεις τον άγιο, μα τώρα έδειξες πώς είσαι ένας άθλιος προπαγανδιστής. Για το Ειδικό δουλεύεις! Δυο χεροδύναμοι άρπαξαν αμέσως τον π. Αρσένιο και τον απομάκρυναν βίαια από την ομήγυρη. Ο καβγάς κράτησε λίγο ακόμα, σιγά-σιγα όμως η παρέα άρχισε να διαλύεται. Η ώρα ήταν περασμένη κι έπρεπε όλοι να ξεκουραστούν. Από την άλλη μέρα κιόλας μερικοί σκληροπυρηνικοί της ομάδας του Ζιτλόφσκυ άρχισαν να παρακολουθούν και να ταλαιπωρούν τον π. Αρσένιο. Δυο φορές τον ξεμονάχιασαν και τον ξυλοκόπησαν. Μια νύχτα έχυσαν ούρα πάνω στο κρεβάτι του. Πολλές φορές του άρπαξαν το φαγητό και τον άφησαν νηστικό. Μετά απ' αυτά τα περιστατικά οι φίλοι του αποφάσισαν να τον προστατέψουν. Πώς όμως;... Κάποιο βράδυ ένας άνθρωπος του Ζιτλόφσκυ, ο Ζόρα Γρηγορένκο από το Κίεβο, πλησίασε τον π. Αρσένιο. -Έλα, παπά! Σε θέλει ο αρχηγός. Ο παππούλης τον ακολούθησε χωρίς αντίρρηση. Ο Ζιτλόφσκυ ήταν ξαπλωμένος νωχελικά στο κρεβάτι του και μιλούσε στους συντρόφους του, πού τον περιτριγύριζαν. - Με ποιους είσαι, παπά; ρώτησε τον π. Αρσένιο. Μ' εμάς ή με τους μπολσεβίκους είσαι, ψυχή πουλημένη; Δουλεύεις για το Ειδικό Τμήμα, ε; Εξομολογείς τ' αδέρφια μας και μετά τα καρφώνεις σ' αυτούς τους... Θα σε περιποιηθούμε! Θα σε ξεκάνουμε, για να παραδειγματιστοϋν οι όμοιοι σου. Έλα, Ζόρα! Ανάλαβε τον! Πρώτα, όμως, άφησε τον ν' απολογηθεί. Ο Ζόρα Γρηγορένκο ήταν αντιπαθητικός σε όλους. Γεροδεμένος, πλατύσωμος, κοντόλαιμος, με το πρόσωπο παραμορφωμένο από κάποιο παλαιό τραύμα, προξενούσε ένα αίσθημα αποστροφής. Σύμφωνα με κάποιες φήμες, οι Γερμανοί τον χρησιμοποιούσαν σαν εκτελεστή των πατριωτών πού καταδίκαζαν σε θάνατο. Ο π. Αρσένιος κοίταξε ατάραχα τον Ζιτλόφσκυ. - Η ζωή των ανθρώπων δεν είναι στα χέρια σας, είπε με σταθερή φωνή, αλλά στα χέρια του Θεού. Μ' εσάς, πάντως, δεν συμμαχώ! Κάθησε σ' ένα κρεβάτι απέναντι από τον Ζιτλόφσκυ. -Μη με απειλείτε, συνέχισε. Δεν φοβάμαι! Δεν περνάνε σ' εμένα μήτε οι απειλές μήτε οι αγριάδες μήτε οι ξυλοδαρμοί. Ο Κύριος έχει καθορίσει με ακρίβεια τόσο το μήκος του επίγειου δρόμου όσο και το μέτρο των βασάνων κάθε άνθρωπου. Αν λοιπόν ο δικός μου δρόμος διακοπεί εδώ και τώρα, αυτό θα είναι το θέλημα του Θεού. Και το θέλημα του Θεού δεν μπορεί κανένας να το αλλάξει, ούτ' εσείς ούτ' εγώ. Εκείνο όμως που έχει σημασία, εκείνο πού πρέπει να μας φοβίζει όλους, είναι ότι θα σταθούμε μπροστά στο κριτήριο Του και θα λάβουμε την ανταπόδοση των πράξεων μας... Εγώ πιστεύω στο Θεό και τον άνθρωπο. Πιστεύω και θα πιστεύω ως την τελευταία μου πνοή. Εσείς σε τι πιστεύετε; Που είναι ο Θεός σας; Λέτε ότι θέλετε να προστατέψετε τους αδικημένους και τους καταπιεσμένους. Ωστόσο δεν κάνατε παρά αρπαγές, λεηλασίες, σφαγές, φόνους. Ρίξτε μια ματιά στα χέρια σας. Είναι ματοβαμμένα!...



 

Στο στρατόπεδο, 

παρά τις άθλιες συνθήκες διαβιώσεως, 

είχε παράδοξα διατηρήσει την υγεία και τη δύναμη του.

 Με μερικές δυνατές σπρωξιές ο Ναύτης πέρασε μέσ' από τους συγκεντρωμένους οπαδούς του Ζιτλόφσκυ, 

άρπαξε τον Γρηγορένκο, τον σήκωσε ψηλά σαν σακκί και τον πέταξε πάνω στους συντρόφους του. 

- Ξέχασες, μικρέ, ότι εδώ είναι Στρατόπεδο Ειδικού Καθεστώτος και 

όχι αστυνομικό τμήμα των Γερμανών, 

του είπε με τη χαρακτηριστική προφορά της Οδησσού. 

Ύστερα στράφηκε στον Ζιτλόφσκυ.

 -Φρόντισε να περιμαζέψεις τους γερμανό-δουλους φίλους σου, αλλιώς θα σας σφάξουμε όλους. 

Ακούς; Όλους!... 

Ο Ζιτλόφσκυ και οι σύντροφοι του τα χρειάστηκαν, γιατί στο μεταξύ είχαν πλησιάσει 

και άλλοι κρατούμενοι με άγριες διαθέσεις. 

-Όσο για σένα, 

Γρηγορένκο, μην ξαναπλώσεις χέρι στον Πέτρο Αντρέγιεβιτς, γιατί χάθηκες! 

θα σε τσακίσω! Θα σε κάνω κεφτέ!... 

Πάμε να φύγουμε, Πέτρε Άντρέγιεβιτς, γιατί τους δίνουμε στα νεύρα. 

Σάς εκφράζω την εκτίμηση μου, και εύχομαι να ξανασυναντηθούμε κάτω από καλύτερες συνθήκες.

 Σέ τρεις εβδομάδες ο Ζόρα Γρηγορένκο μεταφέρθηκε σε άλλη παράγκα.

 Ο Ζιτλόφσκυ ησύχασε και μαλάκωσε, 

οι αψιμαχίες όμως ποτέ δεν σταμάτησαν μέσα στο θάλαμο.



Το κείμενο είναι μετάφραση από το Ρωσικό βιβλίο με τίτλο "ΖΕΚ-18376''
το νούμερο που είχε ο Στάρετς Αρσένιος.


Πηγή: Από το Χρονολόγιο του  STAN SILVER

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Print Friendly and PDF